Η Ταινιοθήκη της Ελλάδος συνεχίζει με επιτυχία τις διαδικτυακές της προβολές. Από την Πέμπτη 23 Απριλίου (8 μ.μ) παρουσιάζει το νέο πρόγραμμά της με μια αντιπροσωπευτική επιλογή ταινιών από τον μεταπολεμικό κινηματογράφο που για πρώτη φορά παρουσιάζουμε διαδικτυακά, μέσα από τη νέα ψηφιακή της αίθουσα. Ανάμεσα τους ο Δράκος, η Μαγική Πόληκαι το Ποτάμι του Νίκου Κούνδουρου. Θα προβληθούν έξι ταινίες μυθοπλασίας και τρία ντοκιμαντέρ.
Πρόκειται για ορισμένες σπάνιες ταινίες από τη συλλογή της Ταινιοθήκης, που δεν έχουν συχνά προβληθεί αλλά και άλλες που αν και αρκετά προβεβλημένες δεν παύουν να αποτελούν σημαντικούς σταθμούς στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Η διαδικασία θα είναι η ίδια: κάθε ταινία θα κάνει την διαδικτυακή πρεμιέρα της μια συγκεκριμένη μέρα και ώρα στην ανανεωμένη ιστοσελίδα της Ταινιοθήκης (www.tainiothiki.gr) και θα είναι διαθέσιμη για τρία 24ωρα στο διαδίκτυο. Στη συνέχεια τη σειρά της θα παίρνει επόμενη. Έναρξη νέου προγράμματος: Πεμπτη 23/4, 8 μ.μ. Οι προβολές θα συνεχιστούν και τον Μάϊο.
Η επιλογή των ταινιών δίνει αντιπροσωπευτικά δείγματα της περιόδου της ανάπτυξης των ελληνικών στούντιο (Ανζερβός, Φίνος Φιλμ) στην πρώτη μεταπολεμική περίοδο, την εμφάνιση μιας πρώτης γενιάς σκηνοθετών/δημιουργών με χαρακτηριστική περίπτωση τον Νίκο Κούνδουρο, την εμφάνιση της πρώτης Ελληνίδας σκηνοθέτη που πήρε μέρος σε διεθνές Φεστιβάλ, του σπουδαίου εκπροσώπου του ντοκιμαντέρ -που μαθήτεψε δίπλα στον Ανρί Λαγκλουά- Λάμπρου Λιαρόπολου. Από την περίοδο της δικτατορίας και την μεταπολίτευση παρουσιάζουμε μια σημαντική ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου που είχε σημαντικά προβλήματα με την λογοκρισία και διακρίθηκε σε ξένα Φεστιβάλ και από την μεταπολίτευση τα δύο ντοκιμαντέρ του σημαντικού λογοτέχνη, σκηνοθέτη και μεγάλου υποστηρικτή της Ταινιοθήκης Κώστα Βρεττάκου.
Με αυτό τον δεύτερο κύκλο ο θεατής θα γνωρίσει καλλίτερα το αρχείο της Ταινιοθήκης και την πολύπλευρη δράση της (διάσωση, αποκατάσταση, συντήρηση και προβολή ταινιών του ελληνικού κινηματογράφου). Το ίδιο διάστημα, μέσω της ιστοσελίδας, οι θεατές θα μπορούν να μαθαίνουν περισσότερες λεπτομέρειες για τις ταινίες αυτές.
Έτσι, μετά την ολοκλήρωση του αφιερώματος στον βωβό και τον πρώιμο ομιλούντα κινηματογράφο, με ταινίες που η Ταινιοθήκη της Ελλάδος έχει αποκαταστήσει και ψηφιοποιήσει, σειρά παίρνουν ταινίες-ορόσημα στο μεταπολεμικό ελληνικό σινεμά, που απλώνονται από τη δεκαετία του ’40 και φτάνουν μέχρι τα χρόνια της δικτατορίας, τη μεταπολίτευση, και τα τέλη του ’80.
Πρόκειται για έξι ταινίες μυθοπλασίας που περιλαμβάνουν μερικές από τις γνωστότερες ταινίες του Νίκου Κούνδουρου, αλλά και σημαντικές δουλειές της Λίλας Κουρκουλάκου και του Γιώργου Σταμπουλόπουλου. Η έναρξη θα γίνει με την ιστορική Άννα Ροδίτη των Γιάννη Φιλίππου και Μιχάλη Γαζιάδη που αποκαταστάθηκε από την Ταινιοθήκη της Ελλάδος, ενώ θα προβληθούν και τρία ντοκιμαντέρ που υπογράφουν ο Λάμπρος Λιαρόπουλος και ο Κώστας Βρεττάκος.
Οι ταινίες που θα προβληθούν το διάστημα 23 Απριλίου-14 Μαϊου είναι οι εξής:
ΠΕΜΠΤΗ 23/4: ΑΝΝΑ ΡΟΔΙΤΗ (Γιάννης Φιλίππου, Μιχάλης Γαζιάδης, 1948)
ΚΥΡΙΑΚΗ 26/4: ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ (Νίκος Κούνδουρος, 1959)
ΤΕΤΑΡΤΗ 29/4: ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ (Γιώργος Σταμπουλόπουλος, 1967)
ΣΑΒΒΑΤΟ 2/5: ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΡΛΕΡΟΥΑ (Λάμπρος Λιαρόπουλος, 1965) και Ο ΔΡΑΚΟΣ (Νίκος Κούνδουρος, 1956)
ΤΡΙΤΗ 5/5: ΤΟ ΣΤΡΩΜΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ (Kώστας Βρεττάκος, 1980) και Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ (Κώστας Βρεττάκος, 1987)
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 8/5: ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ (Λίλα Κουρκουλάκου, 1958)
ΔΕΥΤΕΡΑ 11/5: ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ (Νίκος Κούνδουρος, 1954)
ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΗΣ: 8 μ.μ.
Οι ταινίες θα είναι διαθέσιμες online για τρία 24ώρα.
Θυμίζουμε πως στην ιστοσελίδα της Ταινιοθήκης υπάρχει ήδη ανεβασμένη (και θα είναι όλον τον μήνα προσβάσιμη) η μικρού μήκους ταινία Η ΡΟΔΑ (1964) του Θόδωρου Αδαμόπουλου, μια ταινία-περίπατος στην Αθήνα που θα απολαύσουμε ιδιαίτερα σήμερα, στις δύσκολες αυτές μέρες εγκλεισμού. Πρόκειται για τις περιπέτειες μιας ρόδας αυτοκινήτου στην αττική γη. Η ρόδα τέθηκε απροσδόκητα εκτός μηχανής,περιπλανώμενη σε όλη την πόλη. Ηθοποιοί: Βαγγέλης Καζάν, Χρήστος Τσάγκας, Δημήτρης Παπανικολάου.
Δείτε το πρόγραμμα των ταινιών εδώ και ακολουθήστε την ταινιοθήκη στο facebook και στο για να μαθαίνετε περισσότερα γι’αυτές!
ΟΙ ΣΥΝΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΤΑΙΝΙΩΝ
*ΑΝΝΑ ΡΟΔΙΤΗ (Γιάννης Φιλίππου, Μιχάλης Γαζιάδης, 1948)
Ρομαντική και περιπετειώδης ταινία τοποθετημένη στην περίοδο της Κατοχής στην Ρόδο.
Μία από τις πρώτες μεταπολεμικές ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές, που σηματοδοτεί την συγκρότηση των πρώτων ελληνικών στούντιο, και πρώτη παραγωγή της Ανζερβός, της σημαντικότερης εταιρείας παραγωγής μετά τη Φίνος Φιλμ. Γυρίστηκε σε φυσικές τοποθεσίες, και κατά το μεγαλύτερο μέρος της στη Ρόδο, με θέμα την αντίσταση του ελληνικού λαού κατά των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών. Στην ταινία συμμετέχουν ορισμένοι από τους σημαντικότερους ηθοποιούς του κινηματογράφου και του θεάτρου της εποχής (Καίτη Πάνου, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Γιάννης Πρινέας).
Άννα Ροδίτη
Ελλάδα, 1948, α/μ, 80’
Σκηνοθεσία: Γιάννης Φιλίππου, Μιχάλης Γαζιάδης Σενάριο: Βαγγέλης Σπυρόπουλος, Γιώργος Ασημακόπουλος, Παναγιώτης Παπαδούκας Φωτογραφία: Μιχάλης Γαζιάδης Μοντάζ:Σοβρέζ Γ. Μουσική: Νίκυ Γιάκοβλεφ, Ζακ Ιακωβίδης Ηθοποιοί: Καίτη Πάνου, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Γιάννης Πρινέας, Λάλας Ιακωβίδης, Δήμος Σταρένιος Παραγωγή: ΑΝΖΕΡΒΟΣ
Η Άννα Ροδίτη, μία από τις πρώτες μεταπολεμικές ελληνικές κινηματογραφικές παραγωγές, γυρίστηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της στη Ρόδο αμέσως μετά την ένωση των Δωδεκανήσων με την Ελλάδα.
Η ταινία αντλεί το θέμα της από την ηρωική αντίσταση του ελληνικού λαού κατά των Γερμανών και Ιταλών κατακτητών.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας υποπλοίαρχος του Βασιλικού Ναυτικού, ο Άρης Γαλανός, φτάνει με μυστική αποστολή στην ιταλοκρατούμενη Ρόδο και παίρνει τη θέση του Ιταλού αξιωματικού Τζοβάνι Ρετσίνι. Ως καπιτάνο Τζοβάνι, πλέον, βοηθά κατά το δυνατόν τους κατοίκους του νησιού και ταυτοχρόνως ερωτεύεται την Άννα Ροδίτη που είναι μέλος της Αντίστασης. Πηγαινοέρχεται στη Μέση Ανατολή μεταφέροντας τα μυστικά σχέδια αμύνης της Δωδεκανήσου. Η αποκάλυψη της δράσης του Άρη οδηγεί και στη σύλληψη της Άννας η οποία πρόκειται να περάσει από στρατοδικείο, αλλά η συνθηκολόγηση της Ιταλίας αποτρέπει μια τέτοια δυσάρεστη προοπτική. Με το τέλος του πολέμου και την ένωση της Δωδεκανήσου με την Ελλάδα, ο Άρης επιστρέφει στη Ρόδο για να ζήσει εκεί για πάντα με την αγαπημένη του Άννα Ροδίτη.
Πρόκειται για την πρώτη παραγωγή της Ανζερβός, της σημαντικότερης εταιρείας παραγωγής μετά τη Φίνος Φιλμ, την οποία ίδρυσε ο Αντώνης Ζερβός. Στην ταινία συμμετέχουν ορισμένοι από τους σημαντικότερους ηθοποιούς του κινηματογράφου και του θεάτρου της εποχής. Η πατριωτική ιστορία της ταινίας και το παράλληλο ρομάντζο με σκηνικό τα επιβλητικά άγρια τοπία του νησιού συντέλεσαν στην ενθουσιώδη αποδοχή της από το ελληνικό κοινό με την ταινία να γνωρίζει μεγάλη εμπορική επιτυχία. Η Ανζερβός ανταποκρίθηκε στην επιτυχία αυτή αναθέτοντας στον Μιχάλη Γαζιάδη με την επόμενη παραγωγή της, τη Διαγωγή μηδέν, μια ρομαντική κομεντί με πρωταγωνίστρια την Έλλη Λαμπέτη κι επίσης μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Αποκατάσταση
Η αποκατάσταση της ταινίας βασίστηκε σ’ ένα ημιτελές αρνητικό και τμήματα θετικών τα οποία συγκεντρώθηκαν από διάφορες πηγές στην Ελλάδα και το εξωτερικό κυρίως από ιδιωτικές συλλογές στην Αυστραλία. Η επεξεργασία του ήχου πραγματοποιήθηκε στην Ταινιοθήκη του Βερολίνου (Stiftung Deutsche Kinemathek)
Μιχάλης Γαζιάδης (1902-1988)
Ο Μιχάλης Γαζιάδης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1902. Το 1920 ιδρύει με τους αδελφούς του, Δημήτρη και Κώστα, την εταιρεία DAG-FILMκατέχοντας τη θέση του τεχνικού και καλλιτεχνικού διευθυντή, ενώ παράλληλα εργάζεται ως οπερατέρ στο Υπουργείο Εξωτερικών (Διεύθυνση Τύπου). Το 1922 διορίζεται ως μοναδικός κελευστής ιπτάμενος φωτογράφος και κινηματογραφιστής στην Βασιλική Ναυτική Αεροπορία όπου εργάζεται έως το 1925. Το 1926 σπουδάζει στο Παρίσι στη κινηματογραφική σχολή Pathé.
Από το 1927 έως το 1939 γυρίζει ως οπερατέρ πλήθος επικαίρων σε πάνω από πενήντα χώρες παγκοσμίως καθώς και τις πρώτες ταινίες παραγωγής της DAG-FILM:Προμηθεύς Δεσμώτης (κινηματογράφηση στις Δελφικές εορτές της παράστασης του Άγγελου και της Εύας Σικελιανού), Έρως και Κύματα, Λιμάνι των δακρύων, Μπόρα, Έξω φτώχεια, Αστέρω, Απάχηδες των Αθηνών, Φίλησε με Μαρίτσα κ.α.
Το 1940 υπηρετεί στην Αεροπορία ως ιπτάμενος κινηματογραφιστής αλλά και ως προϊστάμενος εκπαιδευτής κινηματογραφιστών στην Σιβιτανίδειο Σχολή. Το 1945 αναλαμβάνει την οργάνωση των εργαστηρίων της εταιρίας παραγωγής ΑΝΖΕΡΒΟΣ. Σκηνοθετεί με τον Γιάννη Φιλίππου την ταινία Άννα Ροδίτη το 1948 και την ταινία Διαγωγή μηδέν το 1949. Το 1951 αποχωρεί από την ΑΝΖΕΡΒΟΣ και ιδρύει την δική του εταιρεία παραγωγής. Το 1953 συμμετέχει ως οπερατέρ στην ταινία Ξυπόλυτο τάγμα. Συνεχίζει, έως και τη δεκαετία του ΄70 να συμμετέχει σε πολλές ελληνικές και ξένες παραγωγές. Υπήρξε ιδρυτής της Ένωσης εικονοληπτών επικαίρων και τηλεοράσεως και μέλος της Ένωσης Ανταποκριτών Ξένου Τύπου Επικαίρων.
*ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ (Νίκος Κούνδουρος, 1959)
Μια σπονδυλωτή ταινία σπουδή στην έννοια των συνόρων και της ελευθερίας.
Ο Νίκος Κούνδουρος συνεργάστηκε με τους Ιάκωβο Καμπανέλλη, Αντώνη Σαμαράκη και Νότη Περγιάλη. Με καταπληκτική φωτογραφία από τον Τζιοβάνι Βαριάνο ο Κούνδουρος καταφερνει να αποσπάσει το αισθητικό αποτέλεσμα που η εικαστική του ματιά αναζητούσε. Η πρώτη ταινία που αναγνωρίστηκε δικαστικά στο σκηνοθέτη η δυνατότητα να προστατεύσει την δική του εκδοχή του μοντάζ (director’s cut).
Το ποτάμι
Ελλάδα, 1959, α/μ, 110΄
Σκηνοθεσία: Νίκος Κούνδουρος Σενάριο: Νίκος Κούνδουρος, Ιάκωβος Καμπανέλλης, Αντώνης Σαμαράκης, Νότης Περγιάλης Μοντάζ: Νίκος Κούνδουρος Φωτογραφία:Giovanni VerrianoΜουσική: Μάνος Χατζιδάκις Ηθοποιοί: Τίτος Βανδής, Τάκης Εμμανουήλ, Ανέστης Βλάχος, Γιώργος Εμιρζάς, Ντίνα Τριάντη, Χριστόφορος Ζήκας, Ντέπη Μαρτίνη, Πατρίσια Μπίνη, Αγγελική Πάντσου, Σπύρος Παππάς Παραγωγή: Φίνος Φιλμ, JW Productions Inc.Daniel Bourla
Το ποτάμι ως σύμβολο του συνόρου αλλά και της εξιλέωσης, λειτουργεί ως ο συνδετικός ιστός τεσσάρων διαφορετικών αφηγήσεων, οι οποίες διαδραματίζονται στο σκληρό ελληνικό τοπίο της δεκαετίας του 1950: η λυσσαλέα φιλαργυρία, ο απαγορευμένος έρωτας, τα λεπτά όρια ανάμεσα στην εχθρότητα και στη φιλία, και, τέλος, η γλυκιά παιδική αθωότητα. Η Αγλαΐα Μητροπούλου αναφέρει ότι «η αντιπολεμική διάθεση του Κούνδουρου είναι μια φωτεινή διαμαρτυρία που, σαν άλλο ποτάμι, διασχίζει την ταινία». Η ταινία είχε μια περιπετειώδη πορεία λόγω των δυο διαφορετικών εκδόσεών της: μια με το μοντάζ του σκηνοθέτη και του Κατσουρίδη, όπου οι ιστορίες αλληλοδιαπλέκονται, και μια με εκείνο των παραγωγών και του Πετροπουλάκη, στο οποίο οι ταινίες είναι χωρισμένες.Ο Κούνδουρος αποφάσισε να πρσφύγει στην Δικαιοσύνη και κέρδισε την δίκη για αυτό που θα λέγαμε σήμερα το δικαίωμα του δημιουργού να έχει τον τελικό λόγο στο μοντάζ. Στο πρόγραμμα μας παρουσιάζεται η εκδοχή με το μοντάζ του σκηνοθέτη.
Μαρία Κομνηνού
*ΑΝΟΙΧΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ (Γιώργος Σταμπουλόπουλος, 1967)
Αφύπνιση ενός νεαρού άντρα με καταλύτη μια συνειδητοποιημένη και γοητευτική δασκάλα.
Γυρισμένη επι δικτατορίας και λογοκριμένη από το καθεστώς, η ταινία του Γιώργου Σταμπουλόπουλου αφηγείται την ιστορία ενός νέου μικροαστού, γεννημένου στην Κατοχή και προετοιμασμένου από τις κοινωνικές συνθήκες να «βολευτεί». Ο νέος άντρας προσπαθεί να μην αντιδρά και να μη σκέφτεται, αναζητώντας μια κάποια διαφυγή σε διάφορους έρωτες, μέχρι που συναντά μια συνειδητοποιημένη νεαρή δασκάλα.
Ανοιχτή επιστολή
Ελλάδα, 1967, α/μ, 75’
Σενάριο-Σκηνοθεσία: Γιώργος Σταμπουλόπουλος Φωτογραφία:Walter LassalyΜοντάζ: Πάνος Παπακυριακόπουλος Μουσική: Νίκος Μαμαγκάκης Ηθοποιοί: Νικηφόρος Νανέρης, Ελένη Θεοφίλου, Μπέττυ Αρβανίτη, Δήμητρα Ζέζα, Μπέττυ Βαλάση, Περικλής Χριστοφορίδης, Σταύρος Τορνές Παραγωγή: Γιώργος Σταμπουλόπουλος, StudioA
Βραβείο FIPRESCI (Παγκόσμια Ένωση Κριτικών Κινημ/φου) στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Λοκάρνο (1969)
Η Ανοιχτή επιστολή είναι η ιστορία ενός νέου μικροαστού, γεννημένου στην Κατοχή, προετοιμασμένου από τις κοινωνικές συνθήκες να «βολευτεί», ο οποίος προσπαθεί να μην αντιδρά, να μη σκέφτεται, αναζητώντας μια κάποια διαφυγή σε διάφορους έρωτες ως τη μέρα που απελπισμένος βρίσκεται μπροστά σε μια νεαρή δασκάλα. Η δασκάλα αυτή γίνεται και το πιο συνειδητοποιημένο πρόσωπο της ταινίας, γιατί νιώθει το πρόβλημα -το σύγχρονο ελληνικό κοινωνικό πρόβλημα-, και πασχίζει κάτι να κάνει, αρχίζοντας από τη ρίζα του κακού, δηλαδή την εκπαίδευση.
Πρόκειται για μία πολιτική ταινία, που στέκεται ανάμεσα στις ακραίες θέσεις των πιο πολιτικοποιημένων σκηνοθετών μας και τις όχι απολιτικές, αλλά κινούμενες σε μετριοπαθές πολιτικό κλίμα, προσπάθειες άλλων να συγκεράσουν τις δυσαρμονίες των παθών.
Η αφήγηση του Σταμπουλόπουλου είναι άμεση και η αναδρομή στο παρελθόν γίνεται χωρίς τα γνωστά προκαταρκτικά, ακριβώς όπως γίνεται και στη ζωή: ταυτόχρονα, με μια τωρινή φράση ή σκέψη, μας έρχεται και μια σκέψη ή μια ανάμνηση βιωμένη από εμάς ή ένα βίωμα άλλων που μας επηρέασαν, κι ενσωματώνεται στην τωρινή στιγμή. Αποτέλεσμα, η ταινία είναι μια υπόσχεση θετική για τον κινηματογράφο μας.
Η Ανοιχτή επιστολή είχε μια τρικυμισμένη σταδιοδρομία. Το 1968 η κριτική επιτροπή του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης απορρίπτει την ταινία που υποβάλλει ο νέος κινηματογραφιστής. Οι συμπαραγωγοί της έκαναν «σαμποτάζ» και εμφανίστηκε κομμένη, σε μια φεστιβαλική εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη και την αμέσως επόμενη χρονιά στους κινηματογράφους με μέτρια εμπορική επιτυχία (14.000 εισιτήρια). Μια λαθραία κόπια κερδίζει το βραβείο των κριτικών στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο το 1968 και παίρνει επαινετικές κριτικές.
Αγλαΐα Μητροπούλου
Γιώργος Σταμπουλόπουλος(1936-)
Ο Γιώργος Σταμπουλόπουλος γεννήθηκε το 1936 στην Αθήνα. Εργάστηκε από το 1956 ως πρώτος βοηθός σκηνοθέτη ή διευθυντής παραγωγής σε περισσότερες από 50 ελληνικές ταινίες και περίπου 12 ξένες παραγωγές. Η πρώτη του ταινία Ανοιχτή επιστολή κέρδισε το βραβείο της Διεθνούς Ομοσπονδίας Κριτικών Ταινιών Κινηματογράφου (FIPRESCI) στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο το 1968, ενώ απορρίφθηκε από τη χουντική επιτροπή του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης την ίδια χρονιά. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας ασχολήθηκε με την παραγωγή και σκηνοθεσία διαφημιστικών ταινιών. Επανήλθε στον κινηματογράφο με το σενάριο για την ταινία Νέμεσις, το οποίο όμως λογοκρίθηκε και δεν γυρίστηκε ποτέ. Στο διάστημα 1980- 1991 σκηνοθέτησε τις ταινίες Και ξανά προς τη δόξα τραβά (1980), Προσοχή κίνδυνος (1983), Δύο ήλιοι στον ουρανό (1991).
*ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΡΛΕΡΟΥΑ (Λάμπρος Λιαρόπουλος, 1965)
Ο ματαιωμένος νόστος ενός έλληνα εργάτη στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου.
Ο Λάμπρος Λιαρόπουλος, στο ντοκιμαντέρ του, σκιαγραφεί την μάχη των Ελλήνων μεταναστών μεταλλωρύχων. Δέκα χρόνια μετά την πρώτη μεταναστευτική αποστολή Ελλήνων εργατών στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου, ο σκηνοθέτης βλέπει από μια ιδιαίτερη προσωπική σκοπιά τη θέση και τα προβλήματα αυτών των εργατών σε μια ευρωπαϊκή χώρα που, ως προς τα υλικά αγαθά, τους προσφέρει τα πάντα, εκτός από την πιθανότητα επιστροφής στην πατρίδα τους.
Γράμμα από το Σαρλερουά
Ελλάδα, 1965, α/μ, 12’
Σκηνοθεσία-Παραγωγή: Λ. Λιαρόπουλος Φωτογραφία: Σ. Χασάπης Μοντάζ: Α.Τέμπος Μουσική:Β. Τσιτσάνης
Β΄τιμητική διάκριση στην 6ηΕβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου (1965)
Βραβείο Παγκόσμιας Ένωσης Συνδικάτων στο Φεστιβάλ Λειψίας (1965)
Με σπουδές στην IDHEC και θητεία ως βοηθός του Ανρί Λανγκλουά, ο Λιαρόπουλος, σκιαγραφεί με ευαισθησία την μάχη των Ελλήνων μεταναστών μεταλλωρύχων. Δέκα χρόνια μετά την πρώτη μεταναστευτική αποστολή Ελλήνων εργατών στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου, ο σκηνοθέτης βλέπει από μια ιδιαίτερη προσωπική σκοπιά τη θέση και τα προβλήματα αυτών των εργατών σε μια ευρωπαϊκή χώρα που, ως προς τα υλικά αγαθά, τους προσφέρει τα πάντα, εκτός από την πιθανότητα επιστροφής στην πατρίδα τους. Με αφηγηματικό όχημα το γράμμα ενός μεταλλωρύχου στην μητέρα του, η ταινία αποτυπώνει την ζωή αυτών των ανθρώπων που έζησαν στο περιθώριο ως εργάτες και ως μετανάστες.
Για τούτο και σπάνια τους ακούς να μιλούν για γυρισμό στην Ελλάδα. Έχουν αποδεχθεί καρτερικά την εξορία τους, παράλογη κατάληξη μιας μετανάστευσης που δεν ήταν αναζήτηση τύχης, αλλά αναζήτηση του καθημερινού στο Σαρλερουά…
Έτσι τα βράδια στα καφενεία του Boulevard Bertrand οι Έλληνες ανθρακωρύχοι καρφώνουν αφηρημένα το βλέμμα τους στις έγχρωμες τηλεοράσεις του ΕΟΤ που κρέμονται στους τοίχους. Απ’ το τζουκ-μποξ τραγούδια του Τσιτσάνη, του Τσαουσάκη, της Καίτης Γκρέυ, συμπληρώνουν την ψευδαίσθηση φυγής από έναν τόπο για έναν άλλο…την Πατρίδα τους.
Γι’ αυτούς τους Έλληνες έγινε το Γράμμα από το Σαρλερουά.
Είναι ο ελάχιστος φόρος ευγνωμοσύνης μου, για όσα μ’ έμαθαν, για όσα μ’ έκαναν να αισθανθώ τις μέρες που έζησα κοντά τους, προετοιμάζοντας και γυρίζοντας την ταινία μου.
Λάμπρος Λιαρόπουλος
*Ο ΔΡΑΚΟΣ (Νίκος Κούνδουρος, 1956)
Μια συμμορία αναζητά αρχηγό και πιστεύει σε ένα φουκαρά, που πιάνεται στην παγίδα της ψεύτικης εξουσίας.
Με την ταινία του αυτή, σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλληκαι μουσική του Μάνου Χατζιδάκι, ο Νίκος Κούνδουρος φέρνει στην Ελλάδα τον «κινηματογράφο του δημιουργού», έξω από τη κυρίαρχη λογική της εμπορικής παραγωγής. Η ταινία, με την παραβολή του άπραγου υπαλληλάκου που υποδύεται τον μεγαλοκακοποιό (Ντίνος Ηλιόπουλος), αρθρώνει μια κριτική θέση στη μετεμφυλιακή καταπιεστική συναίνεση. Σήμερα θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα φιλμ του ελληνικου σινεμά.
Ο δράκος
Ελλάδα, 1956, α/μ, 103’
Σκηνοθεσία: Νίκος Κούνδουρος Σενάριο: Ιάκωβος Καμπανέλλης Φωτογραφία: Κώστας Θεοδωρίδης Μοντάζ: Νίκος Κούνδουρος Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις Ηθοποιοί: Ντίνος Ηλιόπουλος, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Γιάννης Αργύρης, Θανάσης Βέγγος, Στέφανος Στρατηγός, Ανέστης Βλάχος, Αλέκος Τζανετάκος
Παραγωγή: Αθηναϊκή Κινηματογραφική Εταιρεία
Βραβείο Καλύτερης Ταινίας Ρετροσπεκτίβας (Αναδρομή στην πενταετία 1955-1959)-1η Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου (Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 1960)
Συμμετοχή στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας (1956)
Μετά την πρώτη νεορεαλιστική ταινία Μαγική Πόλη (1954), ο Κούνδουρος με τον Δράκο φέρνει στην Ελλάδα τον «κινηματογράφο του δημιουργών», ο οποίος, όπως σημειώνει η Αγλαΐα Μητροπούλου, αφορά την ικανότητα σκηνοθετών «να λειτουργήσουν έξω από τη λογική της εμπορικής παραγωγής και αφετέρου στη διαμόρφωση της δικής τους προσωπικής έκφρασης». Ο Κούνδουρος ανατρέπει τα στερεότυπα του φιλμ νουάρ βάζοντας στον πρωταγωνιστικό ρόλο αντί για ένα σκληρό άντρα ένα κακομοίρη με φανερή σεξουαλική απειρία (Ντίνος Ηλιόπουλος) και αντί για μια φαμ φατάλ μία έφηβη που κλαίει όταν ο προστάτης της δεν την αφήνει να χαζέψει τις κούκλες. Στην ταινία οι κλασικοί κανόνες του είδους ανατρέπονται και στην αναπαράσταση της σύγκρουσης νομιμότητας/παρανομίας. Δηλαδή , ενώ στην περίπτωση των κλασσικών ταινιών του είδους οι θεατές καλούνται να ταυτιστούν με τις δυνάμεις του «νόμου» και της «τάξης», στην περίπτωση του «Δράκου» καλούνται να ταυτιστούν με τους παράνομους. Ο Κούνδουρος με το σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη συγκροτεί μια αφήγηση για έναν άπραγο υπαλληλάκο που υποδύεται τον μεγαλοκακοποιό και επιτυγχάνει να συναρθρώσει την παράδοση του ρεμπέτικου με την παρανομία, αρθρώνοντας μια κριτική θέση στη μετεμφυλιακή καταπιεστική συναίνεση και ανιχνεύοντας μία αντιθετική δημόσια σφαίρα.
Μαρία Κομνηνού
Νίκος Κούνδουρος (1926-2017)
Ο Νίκος Κούνδουρος γεννήθηκε στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης. Ο πατέρας του, Ιωσήφ Κούνδουρος, ήταν γνωστός δικηγόρος και πολιτικός. Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας και αποφοίτησε σε ηλικία 22 ετών. Λόγω πολιτικών πεποιθήσεων, πέρασε μεγάλο χρονικό διάστημα στην Μακρόνησο, από όπου έφυγε το 1952. Δύο χρόνια αργότερα, το 1954, ολοκλήρωσε την πρώτη του ταινία, Μαγική πόλη, η οποία παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας. Ακολουθεί Ο δράκος, το 1956, που συμμετείχε στο Φεστιβάλ Βενετίας και Οι παράνομοι, το 1958, που συμμετείχε στο Φεστιβάλ Βερολίνου. Το 1960 με Το ποτάμι κερδίζει τα βραβεία σκηνοθεσίας και μουσικής στην πρώτη εβδομάδα Ελληνικού κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη και το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ της Βοστώνης. Το 1978, η ταινία 1922, απέσπασε τα βραβεία καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, α’ γυναικείου ρόλου, β’ ανδρικού ρόλου και σκηνικών και κοστουμιών στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης καθώς και τα βραβεία καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Καίηπ Τάουν το 1982. Το 1985, το Μπορντέλλο, προβλήθηκε εκτός συναγωνισμού στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Άλλες ταινίες του: Μικρές Αφροδίτες, Vortex ατό πρόσωπο της Μέδουσας, Τα τραγούδια της φωτιάς, Μπάιρον, μπαλάντα για έναν δαίμονα, Οι φωτογράφοι, Ιφιγένεια εν Ταύροις, Αντιγόνη.
*ΤΟ ΣΤΡΩΜΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗΣ (Kώστας Βρεττάκος, 1980)
Μια ανασκαφή και αποκάλυψη γίνεται και το μοναδικό τεκμήριο για την αρχαία Καλλίπολη που βυθίζεται στα νερά του Μόρνου.
Ο Κώστας Βρεττάκος, απογειώνει το είδος του αρχαιολογικού ντοκιμαντέρ, καταγράφοντας με το φακό του την ανασκαφή για την ανεύρεση της Καλλίπολης και συγχρόνως την καταβύθιση της αρχαίας πόλης από τα νερά της τεχνητής λίμνης του Μόρνουστα τέλη της δεκαετίας του ’70. Η ανάγκη υδροδότησης της της Αθήνας γίνεται το στρώμα της καταστροφής…
Το στρώμα της καταστροφής
Ελλάδα, 1980, Άγαρ., 32’
Σενάριο-Σκηνοθεσία:Kώστας Βρεττάκος Φωτογραφία: Σ. Χασάπης, Τ. Ζερβουλάκος, Κ. Νάστος Μοντάζ:Σ. Δρακοπούλου Παραγωγή:K. Βρεττάκος
Α’ βραβείο ταινίας μικρού μήκους στο 21οΦεστιβάλ Θεσσαλονίκης (1980)
Βραβείο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ (ΠΕΚΚ)
Α’ βραβείο Φεστιβάλ Βαλκανικού Κινηματογράφου
Το ντοκιμαντέρ απογειώνει το είδος του αρχαιολογικού ντοκιμαντέρ, καταγράφοντας την αποκάλυψη και συγχρόνως την καταβύθιση της αρχαίας Καλλίπολης από τα νερά του Μόρνου, για την υδροδότηση της Αθήνας, στα τέλη της δεκαετίας του ’70.
Παρακολουθώντας στιγμή προς στιγμή και καταγράφοντας με το φακό του την ανασκαφή για την ανεύρεση της Καλλίπολης, ο Κώστας Βρεττάκος σώζει και την άποψη της αρχαίας πόλης και το φευγαλέο όραμα αυτών που πίστευαν στην ανεύρεσή της. Γιατί τα ερείπια, αφού λάμψουν για λίγο στα μάτια αρχαιολόγων και του φακού, θα καταποντιστούν κάτω από τα νερά της τεχνητής λίμνης του Μόρνου. Η ανάγκη υδροδότησης της Αθήνας γίνεται το στρώμα της καταστροφής. Και μένει η ταινία του Βρεττάκου, μια συγκλονιστική μαρτυρία για το αδιαμφισβήτητο πια θάψιμο ενός ονείρου.
Αγλαΐα Μητροπούλου
*Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΕΙΟΥ (Κώστας Βρεττάκος, 1987)
Το χρονικό της διάσωσης και συντήρησης μεταξύ 1973-86, καταγραφή του εγχειρήματος στον βράχο της Ακρόπολης.
Το χρονικό των εργασιών συντήρησης που έγιναν στο βράχο της Ακρόπολης, από το 1973 μέχρι και το 1986. Το ντοκιμαντερ αποτυπώνει τον αργό ρυθμό της δουλειάς και των αλλαγών που συντελούνται σταδιακά, καθώς και την αγωνία των επιστημόνων και του τεχνικού προσωπικού μπροστά στη μεγάλη ευθύνη του εγχειρήματος.
Η διάσωση του μνημείου
Ελλάδα, 1987, έγχρ., 95’
Σκηνοθεσία: Κώστας Βρεττάκος Φωτογραφία: Σταύρος Χασάπης, Τάκης Ζερβουλάκος, Κώστας Νάστος Μοντάζ: Χρήστος Σαντατζόγλου Παραγωγή: Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών
Ντοκιμαντέρ του Κώστα Βρεττάκου που παρακολουθεί το χρονικό των εργασιών συντήρησης που έγιναν στο βράχο της Ακρόπολης, από το 1973 μέχρι και το 1986. Η ταινία αποτυπώνει τον αργό ρυθμό της δουλειάς και των αλλαγών που συντελούνται σταδιακά, καθώς και την αγωνία των επιστημόνων και του τεχνικού προσωπικού μπροστά στη μεγάλη ευθύνη του εγχειρήματος. Οι εργασίες συντήρησης, αποκατάστασης και αναστήλωσης των αρχαιολογικών μνημείων της Ακρόπολης καταγράφονται με λεπτομέρεια. Κατά τη διάρκεια όλου του ντοκιμαντέρ επιχειρείται η απόδοση της ιδιαίτερης σημασίας του έργου μέσα από την υπογράμμιση των δυσκολιών που αυτό συνεπαγόταν, αλλά και της επίμονης εργασίας τεχνικών και επιστημόνων προκειμένου να το φέρουν σε πέρας με επιτυχία.
Κώστας Βρεττάκος(1938-2018)
Ο Κώστας Βρεττάκος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1938. Σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου στην Αθήνα και στη Ρώμη χωρίς να ολοκληρώσει ποτέ τις σπουδές του. Έως το 1980 δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στη διαφήμιση και στη φωτογραφία. Παράλληλα, ασχολήθηκε περιστασιακά με τη δημοσιογραφία και εξέδωσε δύο ποιητικές συλλογές με τον τίτλο «Ανάριθμα». Το 1980 δημιούργησε τον εκδοτικό οίκο «Τρία φύλλα» και επέστρεψε στον κινηματογράφο, γυρίζοντας αρχικά ντοκιμαντέρ, Το στρώμα της καταστροφής (1980), Τα παρκαβενέικα της Μοντρεάλης (1984), Διάσωση του μνημείου (1986) και μία και μοναδική ταινία μυθοπλασίας, βραβευμένη, Τα παιδιά της Χελιδόνας, που αναφέρεται στον ελληνικό εμφύλιο, με πρωταγωνιστές τον Αλέκο Αλεξανδράκη και τη Μαίρη Χρονοπούλου (1987).
Εργάστηκε ως σύμβουλος κινηματογραφίας του ΥΠΠΟ (1989), πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου (1991-1998) και εκπρόσωπος της Ελλάδας στο Eurimages, στο Συμβούλιο της Ευρώπης (1991-2006). Το 2009 κυκλοφόρησε (από τον Ποταμό) το πρώτο του μυθιστόρημα «Περαστικός από το Ρέικιαβικ» και το 2016 οι «Ασκήσεις περιέργειας» (2016) που τιμήθηκαν με το Βραβείο Μυθιστορήματος της Ακαδημίας Αθηνών. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του κυκλοφόρησε (από τις Εκδόσεις Πόλις) το βιβλίο του «Προστιθέμενη Αξία», με νεανικά του ποιήματα, ανθολογημένα και σχολιασμένα από τον ίδιο.
*ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ (Λίλα Κουρκουλάκου, 1958)
Μια γενναία ματιά στον εγκλεισμό των λεπρών στη Σπιναλόγκα.
Η Λίλα Κουρκουλάκου, η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης φιξιόν που συμμετέχει σε διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου(Βενετία), κάνει το ντεμπούτο της με ένα φιλμ μυθοπλασίας για τη ζωή των λεπρών, με γυρίσματα και στην ίδια τη Σπιναλόγκα που τότε ακόμα λειτουργούσε ως λεπροκομείο. Στην ταινία της, με νεορεαλιστικά και ντοκιμαντερίστικα στοιχεία,αφηγείται τοναγώνα ενός ζευγαριού νέων γιατρών για την αντιμετώπιση της λέπρας στο νησί. Το φιλμτης μάλιστα έγινε αφορμή να κλείσει το λεπροκομείο.
Το νησί της σιωπής
Ελλάδα, 1958, α/μ, 63’
Σκηνοθεσία: Λίλα Κουρκουλάκου Σενάριο: Βαγγέλης Χατζηγιάννης Φωτογραφία: Νίκος Γαρδέλης Μοντάζ: Γιώργος Τσαούλης Μουσική: Διαμαντής Διαμαντόπουλος Ηθοποιοί: Ορέστης Μακρής, Νίνα Σταυρίδου, Γιώργος Καμπανέλλης, Γιάννης Σπαρίδης, Τρανής Κουρκουλάκος Παραγωγή: ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ ΦΙΛΜ
Συμμετοχή στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας (1958)
Το 1957 το Νησί της Σιωπής αποκαλύπτει μια καινούργια σκηνοθέτη, τη Λίλα Κουρκουλάκου. Νέα, γεμάτη ενθουσιασμό, ύστερα από σπουδές στο Πειραματικό Κέντρο Κινηματογράφου της Ρώμης, βάζει σ’ αυτή τη μελέτη για τη ζωή των λεπρών στη Σπιναλόγκα μιαν αφοσίωση και μια στοργή που φωτίζουν νεορεαλιστικά το ντοκουμενταρίστηκα πλαίσιο και στυλ της ταινίας. Η Κουρκουλάκου είναι άλλωστε η πρώτη γυναίκα σκηνοθέτης διεθνώς- που κάνει fiction film, με συμμετοχή σε διεθνή Φεστιβάλ όπως αυτό της Βενετίας και άλλα.
Η σκηνοθέτης κατορθώνει να απομυθοποιήσει την ασθένεια της λέπρας χωρίς ακρότητες και ωραιολογίες. Η ταινία ήταν διεθνώς πρωτοποριακή, τόσο στη σύλληψη του θέματος όσο και στην εκτέλεση, αφού μερικά από τα γυρίσματα έγιναν στο νησί της Σπιναλόγκα που τότε λειτουργούσε ως λεπροκομείο. Μάλιστα η ταινία έγινε αφορμή να κλείσει το λεπροκομείο και οι ελάχιστοι εναπομείναντες πρώην λεπροί να μεταφερθούν στο νοσοκομείο λοιμωδών στην Αγία Βαρβάρα.
Ο επιβεβλημένος απομονωτισμός των κατοίκων της Σπιναλόγκα δημιουργεί καθημερινά επεισόδια τα οποία απασχολούν τόσο τις Αρχές όσο και τους ίδιους τους ασθενείς. Ένα ζευγάρι γιατρών (Γ. Καμπανέλλης-Ν. Σγουρίδου) αγωνίζεται για την ίαση της λέπρας στο νησί. Ο γιατρός υποκύπτει τελικά στην ασθένεια αλλά το νέο φάρμακο -που στο μεταξύ έχει εφευρεθεί, αποκαθιστά την υγεία του καθώς και των υπολοίπων ασθενών. Έτσι, η ανακάλυψη του φαρμάκου και η νέα αντιμετώπιση της ασθένειας δίνουν το χάπυ-εντ της ταινίας.
Σε μια από τις προβολές της ταινίας η Λίλα Κουρκουλάκου προσεκλήθη να παρευρεθεί στη πρεμιέρα στη Κοκκινιά, σ’ έναν κατάμεστο κινηματογράφο, όπου μετά την έναρξη της ταινίας, επειδή το θέμα «τρόμαξε» τον κόσμο, ο κινηματογράφος σχεδόν άδειασε! Κι αυτό γιατί η ασθένεια της λέπρας ήταν άγνωστη στον πολύ κόσμο και αποτελούσε γι’ αυτόν μια αιωρούμενη απειλή, αφού η Πολιτεία δεν είχε φροντίσει για τη σωστή του ενημέρωση σχετικά με την ασθένεια.
Αγλαΐα Μητροπούλου
Λίλα Κουρκουλάκου (1936-2015)
Η Λίλα Κουρκουλάκου γεννήθηκε το 1936 στην Αθήνα. Σπούδασε κινηματογράφο στη Ρώμη στο Centro Sperimentale di Cinematografia και Φιλολογία. Από το 1954 υπήρξε παραγωγός στο ραδιόφωνο της RAI και από το 1956 καλλιτεχνική διευθύντρια στο Θέατρο των Συρακουσών στη Σικελία. Το 1961 διορίζεται στην Ελλάδα, Σύμβουλος Κινηματογραφίας και μέλος της Επιτροπής Επεξεργασίας του πρώτου νόμου «περί κινηματογραφίας». Το 1993 – 1994 διετέλεσε γενική διευθύντρια του ραδιοτηλεοπτικού σταθμού «Λόγος» στην Κύπρο. Γύρισε πάνω από 30 ντοκιμαντέρ μικρού μήκους και τηλεοπτικές εκπομπές και 7 ταινίες και ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους. Με την πρώτη της ταινία Το νησί της σιωπής (1958), η οποία έγινε η αφορμή για να κλείσει οριστικά το λεπροκομείο της Σπιναλόγκας, συμμετείχε στο Διεθνές Φεστιβάλ Βενετίας.
*ΜΑΓΙΚΗ ΠΟΛΗ (Νίκος Κούνδουρος, 1954)
Η φτώχια και η αλληλεγγύη σε μια φτωχογειτονιά που αντιτίθεται στον εκβιασμό των δυνατών του υποκόσμου.
Θεωρείται η πρώτη νεορεαλιστική ταινία στον ελληνικό κινηματογράφο και αποτελεί το κινηματογραφικό ντεμπούτο του σκηνοθέτη. Ο Νίκος Κούνδουρος ενθουσιασμένος από το σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, στρέφει το φακό του στην προσφυγική φτωχογειτονιά με τα τσακισμένα όνειρα του μικρασιατικού ελληνισμού. Από την απέναντι μεριά, όχι οι πλούσιοι αλλά ένα υποκατάστατό τους, ένας φτηνός αντικατοπτρισμός μιας προκατασκευασμένης ευτυχίας: η μαγική πόλη…
Μαγική πόλη
Ελλάδα, 1954, α/μ, 76΄
Σκηνοθεσία: Νίκος Κούνδουρος Σενάριο: Μαργαρίτα Λυμπεράκη Μοντάζ: Γιώργος Τσαούλης Φωτογραφία: Κώστας Θεοδωρίδης Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις Ηθοποιοί: Γιώργος Φούντας, Στέφανος Στρατηγός, Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, Θανάσης Βέγγος Παραγωγή: Αθηναϊκή Κινηματογραφική Εταιρεία
Ο Νίκος Κούνδουρος ενθουσιασμένος από το σενάριο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη, γυρίζει τη Μαγική πόλη. Από τη μια μεριά, η προσφυγική φτωχογειτονιά με τα τσακισμένα όνειρα του μικρασιατικού ελληνισμού, που δεν τολμούν να ξεμυτίσουν πέρα από τις γλάστρες με το βασιλικό και τις υφαντές μπάντες στους τοίχους των παραπηγμάτων, οι άνθρωποί της που μάχονται για το καθημερινό. Και, από την απέναντι μεριά, όχι οι πλούσιοι αλλά ένα υποκατάστατό τους, ένας φτηνός αντικατοπτρισμός μιας προκατασκευασμένης, σύμφωνα με τα πρότυπα των φτηνών αμερικάνικων φιλμ, ευτυχίας: η μαγική πόλη. Η μικρογραφία της –ένα υπόγειο σφαιριστήριο της Ομόνοιας- είναι το κέντρο των λαθρεμπόρων. Ο στόχος της φιλοδοξίας των νεαρών της φτωχογειτονιάς είναι οι εύκολες γυναίκες, το εύκολο κέρδος κι η εύκολη μετάβαση από τη γη στον ουρανό με τα ψεύτικα αστέρια. Δίπλα σε όλα αυτά υπάρχει η αγάπη για τους ανθρώπους του οικείου περιβάλλοντος και μια τιμιότητα. Αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι τελικά το βασικό χαρακτηριστικό του Κούνδουρου ως σκηνοθέτη. Μια ευθύτητα, μια τιμιότητα, ένα απότολμο είδος λεβεντιάς, που για τον σκηνοθέτη γίνεται πηγή ανησυχίας, ενώ κατά κάποιο τρόπο καθησυχάζει και τον θεατή. […] Παντού όπου προβλήθηκε, άφησε ενθουσιώδη εντύπωση γιατί στην ανάδειξη του κλίματος της εποχής, δηλαδή του νεορεαλιστικού κλίματος, έδινε μια ελληνική απόκλιση, που η αυθεντικότητά της αποτελούσε και το μεγαλύτερό της θέλγητρο. […] Πρώτα απ’ όλα την επιλογή των χώρων: οι συνοικίες Δουργούτη και Καισαριανή, η Ομόνοια με την ξενόφερτη νυχτερινή ζωή της, κι ανάμεσά τους η θέα της θάλασσας -όνειρο άπιαστο- από τη γειτονιά της Καστέλας. Στον διευθυντή φωτογραφίας Κώστα Θεοδωρίδη ο Κούνδουρος βρίσκει τον επαγγελματία που θα δώσει μορφή στις δικές του νεοελληνικές εσωτερικές εικόνες. Η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι τονίζει τον προσφυγικό καημό όλων αυτών των ανθρώπων που νοσταλγούν τη χαμένη αλλοτινή ευτυχία.
Αγλαΐα Μητροπούλου