Ένα αληθινό Kitchen Nightmare, το καθηλωτικό φιλμ-μονοπλάνο έρχεται αποκλειστικά στο Cinobo κι ο σκηνοθέτης Φίλιπ Μπαραντίνι αποκαλύπτει πώς γυρίστηκε η ταινία.
Ξεχάστε τον Γκόρντον Ράμσεϊ και το «Master Chef». Αυτή η κουζίνα είναι ο απόλυτος εφιάλτης. Εντυπωσιακά δομημένη ως ένα περίτεχνο μονοπλάνο και πιο αληθινή από οποιοδήποτε reality μαγειρικής έχει υπάρξει ποτέ, η ταινία-δυναμίτης του Φίλιπ Μπαραντίνι με πρωταγωνιστή τον Στίβεν Γκράχαμ («This is England», «Venom 2») είναι ένα συναρπαστικό θρίλερ-πραγματικός εφιάλτης στην κουζίνα.
Στην ταινία, ο Άντι είναι σεφ ενός διακεκριμένου εστιατορίου που φτάνει αργοπορημένος για να διαπιστώσει ότι όλα έχουν πάει πίσω λόγω μιας ξαφνικής επιθεώρησης από το υγειονομικό. Και τα προβλήματα δεν σταματούν εκεί. Μέσα στη διάρκεια μίας και μόνο βάρδιας, ο Άντι και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι του εστιατορίου καλούνται να αντιμετωπίσουν παράλογους πελάτες, τσακωμούς ανάμεσα στο προσωπικό, ατυχήματα, τραυματισμούς, ανοιχτούς λογαριασμούς από το παρελθόν και όλα αυτά με τις παραγγελίες να τρέχουν και την κουζίνα να πρέπει να ανταπεξέλθει.
Ο σκηνοθέτης Φίλιπ Μπαραντίνι βάσισε την ταινία σε ένα μικρού μήκους φιλμ που είχε φτιάξει προηγουμένως, αλλά το στοίχημα ήταν αυτή η αίσθηση κλειστοφοβίας και πανικού να συντηρηθεί για τη διάρκεια μιας ολόκληρης μεγάλου μήκους ταινίας. Πώς τα κατάφερε; Το μάθαμε από τον ίδιο:
Όταν γυρίσατε τη μικρού μήκους στην οποία βασίστηκε αυτή η ταινία, πιστεύατε ότι θα εξελιχθεί σε μεγάλου μήκους μονοπλάνο;
Λόγω της εμπειρίας μου, δουλεύοντας ως σεφ για 12 χρόνια, είχα την ιδέα να γυρίσω μια ταινία σε μια κουζίνα. Δεν είχα σκεφτεί το μέγεθός της παρά μόνο όταν αποφασίσαμε να γυρίσουμε τη μικρού μήκους σχεδόν σαν απόδειξη ότι μπορούσαμε να το κάνουμε. Η απόφαση για το μονοπλάνο πάρθηκε αφού μίλησα με τον διευθυντή φωτογραφίας και του είπα, «Θέλω να το γυρίσω ως κάτι ρεαλιστικό και κάπως χαοτικό, με τους διαλόγους να πατάνε ο ένας πάνω στον άλλο, με φρενήρη ρυθμό…»
Δυσκολευτήκατε να μετατρέψετε τη μικρού μήκους σε μεγάλου;
Με τον συνεργάτη μου, τον Τζέιμς Κάμινγκς, είχαμε πολλές ιδέες για το πώς να το κάνουμε. Μίλησα με τον Στίβεν Γκράχαμ που πρωταγωνιστεί στη μικρού μήκους και τον ρώτησα αν ενδιαφερόταν να κάνουμε το «Σημείο Βρασμού» μεγάλου μήκους, και απάντησε «Εννοείται». Μία ιδέα ήταν να ξαναγυρίσουμε τη μικρού μήκους αυτούσια ως τα πρώτα 20 λεπτά της νέας ταινίας και μετά να το συνεχίσουμε πιο συμβατικά με κοψίματα και μοντάζ κ.λπ. Αλλά δεν με ενθουσίαζε αυτή η ιδέα. Το μονοπλάνο και το να είναι κάπως σαν βιωματική εμπειρία μας ενθουσίασε όλους – τους ηθοποιούς, εμένα και τον διευθυντή φωτογραφίας – οπότε έκατσα στο κρεβάτι μου ένα βράδυ και σκέφτηκα, «Πώς θα μπορούσαμε να γυρίσουμε μία μεγάλου μήκους σαν μονοπλάνο;» Για να απαντήσω στην ερώτησή σου, δεν είχαμε σκεφτεί ότι θα μπορούσε να γίνει μεγάλου μήκους μέχρι που είδαμε πόσο καλά τα πήγε η μικρού μήκους.
Στη μικρού μήκους ακολουθείτε μόνο τον χαρακτήρα του Στίβεν. Γιατί άλλαξε αυτό σε αυτή τη βερσιόν;
Το να ακολουθούμε μόνο τον Στίβεν θα μας περιόριζε αρκετά σε σχέση με το τι μπορούμε να δούμε και να κάνουμε γιατί θα μπορούσε να πάει μόνο σε συγκεκριμένα μέρη. Ως σεφ, δεν θα ήθελα να πάει σε όλα τα τραπέζια. Θα πήγαινε μόνο στα σημαντικά τραπέζια. Δεν θα πήγαινε πουθενά αλλού στο εστιατόριο. Οπότε βγάλαμε κάποιους κανόνες: δεν ήθελα να αφήσω το κοινό να πάρει ανάσα, οπότε ο κανόνας στη μικρού μήκους ήταν ότι δεν θα αφήναμε ποτέ τον Στίβεν, ο κανόνας στη μεγάλου μήκους όμως ήταν ότι πάντα θα ακολουθούσαμε κάποιον χαρακτήρα. Η κάμερα δεν μπορούσε να τριγυρνάει μόνη της. Έπρεπε πάντα να κινητοποιείται από κάποιον.
Πόσες φορές υπολογίζατε να γυρίσετε το μονοπλάνο; Για πόσο καιρό είχατε κλείσει τους ηθοποιούς;
Αυτό κι αν ήταν πρόκληση! Αποφασίσαμε να προγραμματίσουμε 4 βράδια για να το γύρισμα. Θα το γυρίζαμε δύο φορές κάθε βράδυ. Διαδραματίζεται Μάρτιο οπότε έχει ακόμα λίγο φως έξω. Θα ξεκινούσαμε γύρω στις 6 το απόγευμα. Αλλά μετά άρχισε να γίνεται χαμός με τον κορονοϊό. Τη δεύτερη μέρα μαζεύτηκαν όλοι και είπαν ότι έχει αρχίσει να γίνεται πολύ κλειστοφοβικό και πολύ επικίνδυνο. Ήμασταν πάνω από 150 άτομα εκεί ταυτόχρονα. Οπότε τελικά είχαμε μόνο δύο μέρες γυρισμάτων.
Πώς σχεδιάσατε όλες τις κινήσεις της κάμερας;
Το έκανα πρόβα με τον διευθυντή φωτογραφίας κάθε μέρα για δύο εβδομάδες, πρώτα με το κινητό του και με μένα να τρέχω γύρω γύρω στο εστιατόριο και να παίζω όλους τους χαρακτήρες. Μετά φέραμε μια DSLR κάμερα. Μετά φτιάξαμε μια κατασκευή, κάτι σαν σακίδιο, για την κάμερα, που επέτρεπε στον καμεραμάν να έχει το σώμα της κάμερας στην πλάτη του, αλλά με τον φακό αποσπώμενο ώστε να μπορεί να τον χειρίζεται σαν DSLR, και το βάρος να μοιράζεται ομοιόμορφα σε όλο το σώμα του. Γυρίσαμε πολύ υλικό behind-the-scenes και ίσως κάνουμε ένα 30λεπτο ντοκιμαντέρ για να δείξουμε στον κόσμο τι περάσαμε!
*Η ταινία «Σημείο Βρασμού» του Φίλιπ Μπαραντίνι είναι διαθέσιμη για streaming στο Cinobo.