Κάθε μέρα οι σκηνοθέτες που διαγωνίζονται στο 45ο Φεστιβάλ Δράμας δίνουν ραντεβού με το κοινό (θεατές, επαγγελματίες της οπτικοακουστικής βιομηχανίας, δημοσιογράφους) για να μιλήσουν για την ταινία τους που έχει προβληθεί το προηγούμενο βράδυ και να απαντήσουν σε ερωτήσεις, στο πιο φρέσκο και πολυαναμενόμενο ραντεβού του φεστιβάλ που επιμελείται ο δημοσιογράφος Δημήτρης Πάντσος.
Να τι είπαν στο κοινό του Φεστιβάλ για την δουλειά τους, οι διαγωνιζόμενοι (Εθνικό Διαγωνιστικό, Εθνικό Σπουδαστικό, Short and Green) στην σημερινή -πρώτη- παρουσίαση:
EΘΝΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ
*5 μμ παραλία (Valentin Stejskal)
«Όταν ήρθα στην Ελλάδα από την Αυστρία δεν ήξερα κανέναν, αλλά ήθελα πολύ να κάνω την ταινία και η κοινότητα των κινηματογραφιστών με αγκάλιασε. Είχα συναντήσει έναν οδηγό φορτηγού, και μετά τη συνάντηση μας αυτή αναθεώρησα μέσα μου την έννοια της αρρενωπότητας. Ο άνθρωπος αυτός μου μίλησε για το παρελθόν του στο στρατό και τη σχέση του με κάποιον στις Ειδικές Δυνάμεις, και μου περιέγραψε ένα «τελετουργικό» πνιγμού που είχαν επινοήσει. Σκέφτηκα να βρω ένα φινάλε για την ιστορία τους αυτή και έτσι προέκυψε η ταινία. Δεν αποκαλύπτω πολλά για το παρελθόν τους, ήθελα να νοιώσει σταδιακά ο θεατής τη σχέση τους –εξάλλου οι ήρωες δεν «μιλούν» τόσο με τα λόγια όσο με τα σώματά τους. Ήταν απελευθερωτικό για μένα να κάνω γύρισμα μακριά από τη χώρα μου σε μια άλλη γλώσσα».
*Καναρίνι (Χρυσούλα Κοροβέση-Μάριος Γαμπιεράκης)
«Η ταινία, που είναι animation, μιλά για ένα καναρίνι και έναν ανθρακωρύχο. Είναι η πρώτη μας ταινία. Παλιότερα, και μέχρι να αρχίσουν να χρησιμοποιούνται μηχανήματα, οι ανθρακωρύχοι χρησιμοποιούσαν τα καναρίνια στις στοές ως ανιχνευτές για τοξικά αέρια. Στην ταινία, ο ήρωας αναπτύσσει έναν δεσμό συντροφικότητας με το καναρίνι του μέχρι που ένα βίαιο γεγονός θέτει σε αμφισβήτηση τη συνθήκη της ύπαρξής τους. Με έναν τρόπο και οι δύο είναι σε κλουβιά, αν και το καναρίνι γεννιέται εκεί, χωρίς να έχει επιλογή, ενώ φαινομενικά ο ανθρακωρύχος. Είναι δύο πλάσματα πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, που αναπτύσσουν μία σχέση η οποία θα τους αλλάξει. Γι’ αυτό και το μαυρόασπρο το κάρβουνου, στην πορεία γίνεται χρώμα».
*11.20 π.μ. (Δημήτρης Νάκος)
«H ταινία μιλά για μια οικιακή βοηθό, επί πανδημίας, η οποία φτάνει τη σωστή και τη λάθος στιγμή ταυτόχρονα, σε ένα από τα σπίτια που εργάζεται… Έγινε στο πλαίσιο του προγράμματος COVID-19 του ΥΠΠΟΑ και του ΕΚΚ. Είχα διαβάσει ένα άρθρο για τις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι οικιακές βοηθοί, καθώς πολλοί της έκοβαν από το φόβο μην κολλήσουν τον ιό. Υπό πίεση αποκαλύπτεται το πραγματικό πρόσωπο κάθε ανθρώπου, και αυτό φαίνεται στα πρόσωπα της ταινίας. Το ανθρώπινο πρόσωπο είναι σαν ένας χάρτης –θέλαμε να επικεντρωθούμε στην φόρτιση κάθε χαρακτήρα την κρίσιμη στιγμή. Το σπίτι που κάναμε γυρίσματα είναι ρόλος από μόνος του, το βρήκαμε μέσω αγγελίας, και δεν ήταν εύκολο, όλα γίνονταν την εποχή του περιορισμού κυκλοφορίας, όταν έπρεπε να κυκλοφορούμε με διαπιστευτήρια. Στο τέλος της ταινίας δεν υπάρχει λύτρωση για κανέναν. Οι χαρακτήρες είναι εγκλωβισμένοι».
*Pendulus (Δημήτρης Γκότσης)
Παρών, εκτός από τον σκηνοθέτη, ήταν και ο πρωταγωνιστής Δημήτρης Καπουράνης.
Δημήτρης Γκότσης: «Είναι η ιστορία ενός μετανάστη δεύτερης γενιάς που αμφιταλαντεύεται ανάμεσα στις δύο ταυτότητές του: την καταγωγή του από την Αλβανία, και τη χώρα στην οποία μεγάλωσε. Η ιστορία άρχισε να γράφεται το 2016, και ο ήρωας είναι βασισμένος σε έναν πολύ καλό μου φίλο. Η προβληματική αυτή με απασχολούσε εδώ και πολλά χρόνια –πολύ πριν την ταινία καθώς έβλεπα τα προβλήματα: από την γραφειοκρατία για την άδεια παραμονής του, μέχρι το να ψεύδεσαι για να κερδίσεις μια κοπέλα. Το σενάριο το δουλέψαμε με τον Κώστα Γεραμπίνη που έκανε εξαιρετική δουλειά. «Εγώ δεν είμαι Αλβανός, είμαι Έλληνας», είναι τα λόγια του ήρωα που πυροδοτούν τις εξελίξεις, σε ένα καφενείο, με αφορμή έναν αγώνα».
Δημήτρης Καπουράνης: «Διαβάζοντας το σενάριο βρήκα «θραύσματα» από τη δική μου ζωή εκεί μέσα. Στην πορεία, ένοιωσα ασφάλεια που μπορούσα να συζητήσω με τον αληθινό Άρμπι πώς πραγματικά ένοιωθε. Υπάρχει αδιαμφισβήτητα ένα προσωπικό στοιχείο στην ταινία, αλλά ο πυρήνας της ιστορίας νοιώθω πως είναι οικουμενικός. Η ταινία δείχνει τον ρατσισμό των Αλβανών, και πράγματι αυτό συμβαίνει, οι κόντρες που είχα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο ήταν όλες με Αλβανούς. Φανταστείτε πώς είναι η καθημερινότητά σου όταν σε όλα τα ζητήματα πρέπει να ξεκαθαρίζεις σε ποιο στρατόπεδο είσαι».
*Toxic Magnus (Nάσος Γκατζούλης)
«Είμαι Δραμινής καταγωγής και παρακολουθώ χρόνια το φεστιβάλ. Επρόκειτο να ταξιδέψω στην Κοπεγχάγη και μιλώντας με τον παραγωγό μου εκεί για πιθανά πρότζεκτ, αναφέρθηκε σε ένα άρθρο για το μεγάλο ποσοστό αυτοκτονιών που οφείλονται σε αυτήν την τοξική αρρενωπότητα που επιβάλλεται στους άντρες –ένα θέμα που συζητιέται πολύ σήμερα από άντρες και γυναίκες, δημιουργώντας ένταση στις σχέσεις. Μου ανέφερε έναν παλιό του φίλο, τον Magnus, ο οποίος μου διηγήθηκε όλη του την ιστορία και τις λεπτομέρειες της ζωής του, και μαζί φτιάξαμε τη δομή της ιστορίας. Η ταινία έχει στοιχεία ντοκιμαντέρ και περφόρμανς, και νομίζω πως βγήκε κάτι αληθινό από την ερμηνεία του, που ήταν πολύ φυσική».
*Ηοmo Perfectus (Άλκη Πολίτη)
Παρών, εκτός από τη σκηνοθέτρια, ήταν και ο πρωταγωνιστής Αναστάσης Λαουλάκος.
Άλκη Πολίτη: «Η ιδέα προέκυψε σιγά-σιγά όταν ένα βράδυ ρώτησα μια φίλη ποιος είναι για εκείνην ο ιδανικός άντρας. Οι απαντήσεις της ήταν πολύ ενδιαφέρουσες κι άρχισα να ρωτάω όποιον έβρισκα μπροστά μου το ίδιο. Μετά από σκέψη κατέληξα στο ότι δεν υπάρχει το τέλειο, και αυτό δημιουργεί ένα κενό που θέλουμε να καλύψουμε –άρα την έχουμε πατήσει! Στην ταινία δημιουργείται ένα ανδροειδές –ο τέλειος άντρας. Μόνο που δεν μπορεί να κλάψει…».
Αναστάσης Λαουλάκος: «Θα θυμάμαι πάντα τη δύσκολη σκηνή στην παραλία, ήταν χειμώνας, ήμασταν βρεγμένοι και το συνεργείο μας αγκάλιαζε για να μας ζεστάνει. Θυμάμαι πως γυρίζοντας από το Σούνιο έκλαιγα…».
EΘΝΙΚΟ ΣΠΟΥΔΑΣΤΙΚΟ
*Μία ευχή πέρα από τον θάνατο (Άννα-Μαρία Λεβέντη)
“Η ταινία είναι stop motion και δεν είναι καθόλου προσωπική. Βρήκα καταφύγιο σε μια μαριονέτα καθώς δεν μπορώ ακόμα να αντιμετωπίσω κάποια πράγματα μέσα μου. Μου βγήκε με μία δυσκολία, στο δεύτερο έτος των σπουδών μου, αλλά μόλις βγήκε το σενάριο, τα άλλα ήταν πιο εύκολα. Πολλά πράγματα βρέθηκαν τυχαία, όπως το κομμάτι ξύλο στο στούντιο που τελικά αποφάσισα πως θα είναι το πρόσωπο του ταχυδρόμου μου. Tην φωνή του, ερμήνευσε ένας Άγγλος συνεργάτης στο Middlesex”.
*Σάμμερ (Στέλιος Χριστοφόρου)
«Έγραψα την ταινία όταν ήμουν 17-18 χρονών, αλλά τελικά το σενάριο άλλαξε, και τελικά έγινε η πτυχιακή μου. Και μαζί αλλάξαμε κι εμείς… Η ταινία γυρίστηκε στην Χιλιαδού, στην Εύβοια. Μας ένωσε, μας έκανε να σκεφτούμε. Η αφετηρία είναι μια ιστορία αποχωρισμού, αλλά κατέληξε να μιλά για το μπέρδεμα στην ενηλικίωση αυτών των παιδιών και το πόσο εύκολο είναι να χαθούν –είναι όμως αναγκασμένοι να βρουν απαντήσεις. Η ταινία μου θυμίζει την δική μου ενηλικίωση και ακόμα με κάνει να νοιώθω πράγματα».
*Ό,τι απομένει (Σεμέλη Σαφού)
«Πρόκειται για ένα αυτοαναφορικό ντοκιμαντέρ για τον αποχωρισμό -τον χωρισμό των γονιών μου. Μάλλον είναι το τραύμα μου που έκανα ταινία. Τους παρακολουθώ με την κάμερα στη δουλειά τους, ο μπαμπάς μου είναι γιατρός και η μαμά μου εικαστικός η οποία στην τέχνη της χρησιμοποιεί κάποια εργαλεία που της έδωσε ο μπαμπάς μου για να αφαιρεί το πέλος του βελούδου. Αρχικά ήθελα πράγματι να βρω έναν τρόπο να διαχειρίζομαι το τραύμα μου, αλλά στην πορεία διαπίστωσα πως όλο αυτό μπορεί να ακουμπήσει άλλα άτομα. Εξάλλου το προσωπικό είναι και πολιτικό…».
*Αστόρια (Γαβριήλ Αθανασίου)
«Η ταινία είναι η πτυχιακή μου και μιλά για τη φιλία, για τις τύψεις και για ανθρώπους που συναντιούνται μετά από χρόνια, ενώ τους συνδέει κάτι ισχυρό –και στην συγκεκριμένη περίπτωση πολύ κακό. Είναι ένα genre που δεν το έχω δει συχνά στη μικρού μήκους ταινία και ήθελα να πειραματιστώ με αυτό. Η ταινία μιλά για την εξιλέωση και την ανάγκη να πάρεις την ευθύνη των πράξεων σου. Όλοι έχουμε ζήσει καταστάσεις για τις οποίες δεν είμαστε περήφανοι, όλοι έχουμε νοιώσει υπεύθυνοι για κάτι…».
*Ο καμβάς (Κώστας Σπανουδάκης)
«Θέλαμε να απομυθοποιήσουμε αυτό το ρομαντικό πρόσωπο που υπάρχει στις σχέσεις (κάτι που κυριαρχεί και στον κλασικό αμερικάνικο κινηματογράφο). Παρακολουθούμε την εμμονή ενός άντρα με μια κοπέλα που δεν γνωρίζει, και η οποία θέλει απλώς να πάρει κάποια πράγματα που άφησε πίσω στο παλιό της διαμέρισμα. Αλλά όλο αυτό γίνεται πολύ προσωπικό στο κεφάλι του –η ταινία χωρίζεται σε δύο μέρη, και το δεύτερο αρχίζει να γίνεται πολύ σκοτεινό…».
*Φωτοευαισθησία (Μελίνα Λουκανίδου)
«Είναι η πτυχιακή μου ταινία και μας πήρε τρία χρόνια να τη γυρίσουμε λόγω πανδημίας. Όμως τα εμπόδια μας βγήκαν σε καλό. Ένα ζευγάρι πάει διακοπές σε μία παραλία, όμως η κοπέλα, που έχει αλλεργία στο φως, λιποθυμά. Το αγόρι καλείται να την βοηθήσει, κάνοντάς της σκιά, όμως γρήγορα παραιτείται –και κάπως έτσι αρχίζει η διάβρωση της σχέσης τους. Η ταινία, που θα χαρακτήριζα φωτολαγνική, είναι κυριολεκτικά βυθισμένη στην άμμο. Με ενδιέφερε το πώς μπορείς να οπτικοποιήσεις την αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ δύο ανθρώπων, που δεν μπορούν να λύσουν ένα απλό πρόβλημα. Μου αρέσει να δείχνω το πώς σκέφτεται κάποιος, αλλά με έμμεσο τρόπο. Τα γυρίσματα έγιναν στην Καλογριά».
*Η Δράμα στην εποχή της πανδημίας (Γιώργος Κωνσταντίνου)
«Είναι ένα απλό πεντάλεπτο ντοκιμαντέρ για την καραντίνα. Το γύρισα μόνος μου, χωρίς μπάτζετ και χωρίς εξοπλισμό. Ήταν το πιο άμεσο που μπορούσα να κάνω υπό τις συνθήκες αυτές, ήταν αυτό που έβλεπα έξω από το παράθυρο. Ζω στη Δράμα και έβλεπα γύρω μου μια νέκρα. Νομίζω πως όλος ο κόσμος μπορεί να ταυτιστεί με αυτό –και ήταν συνειδητή η επιλογή μου να μην βάλω μουσική και να ακούγονται μόνο φυσικοί ήχοι. Μου άρεσε πάντως αυτή η αίσθηση της ηρεμίας στο γύρισμα, μου δημιουργούσε μια γλυκιά μελαγχολία».
*Τρίχες (Ιωάννα Διγενάκη)
«Είναι ένα πολύ απλό animation τεχνικά, το έφτιαξα όλο μόνη μου και είναι η προπτυχιακή μου. Ξεκίνησε ως ένα παιχνίδι στον υπολογιστή (μπορεί να το παίξει όποιος θέλει). Οι τρίχες με ενδιαφέρουν πάρα πολύ και μου φαίνεται ειρωνικό να λέμε «τρίχες» για κάτι μη σημαντικό ενώ μιλάμε συνέχεια γι΄ αυτό. Δεν το σχεδίαζα ως animation αλλά λόγω πανδημίας βρέθηκα μόνη μου και οδηγήθηκα σε αυτήν την επιλογή».
*Η αρχή (Γιώργος Νικολόπουλος)
«Είναι η πρώτη μου ταινία, κι έγινε στο πλαίσιο του σεμιναρίου filmschool.gr με το Χρήστο Πυθαρά. Είναι μια πολιτική ταινία, βασισμένη σε μία προσωπική στιγμή που αποφάσισα να βγάλω προς τα έξω. Το θέμα με αφορά πολύ. Η δολοφονία του Γρηγρόπουλου καθόρισε την γενιά μου. Τέσσερις άνθρωποι σε έναν εσωτερικό χώρο. Δεν ήθελα το έξω να μπει μέσα καθόλου. Δίνει την αίσθηση μιας κλειστοφοβικής ατμόσφαιρας που ακόμα υπάρχει, ενός κλουβιού, μίας φούσκας -μέχρι που αυτή σπάει…».
*Salted Lake (Alexandros Sholz)
«Με αυτό το ντοκιμαντέρ ήθελα να εξερευνήσω τη σχέση μεταξύ γυμνισμού και σεξουαλικής επιθυμίας που έχουν μπλεχτεί μεταξύ τους. Άλλοι ενδιαφέρονται μόνο για το ένα, άλλοι μόνο για το άλλο, κι άλλοι τα συνδυάζουν. Έκανα γυρίσματα σε μια παραλία και είναι η πρώτη ταινία που έκανα στη σχολή –με πολλή αγάπη. Μου μιλούν πολλοί θαμώνες της παραλίας αυτής, αλλά και άλλοι που έβρισκα επι τόπου και συμφωνούσαν να μου μιλήσουν αφού τους εξηγούσα πώς ακριβώς το φαντάζομαι. Γιατί ο συνδυασμός γυμνού και κάμερας δεν είναι και ο, τι ευκολότερο…».
*Σταυροδρόμι (Γιάννης Κονίνι)
«Στο μυαλό μου είχα ένα κοινωνικό ρομάντζο, με δύο νέους που χάνονται στα αστικά κέντρα. Ήθελα να διηγηθώ μία ιστορία βασισμένη στις ματιές, με όχημα την υποκριτική. Να δείξω αυτό το αρχικά αμήχανο στο πρώτο ραντεβού. Τα γυρίσματα κανονικά θα ολοκληρώνονταν σε 3 μέρες αλλά οι πρωταγωνιστές κόλλησαν κορωνοϊό, κι όλα πήγαν πίσω. Όμως πραγματικά χάρηκα τη χημεία που είχαν αυτά τα δύο παιδιά».
*Τσουλάκια (Δέσποινα Μαυρίδου)
Στην παρουσίαση μίλησε η σεναριογράφος της ταινίας Καλλιόπη Αραμπατζή
«Έγραψα το σενάριο για την πτυχιακή ταινία της Δέσποινας και είμαι περήφανη για τον τίτλο της! Γιατί κάπως έτσι η μικρή αδερφή, η μία από τις ηρωϊδες, θα ονόμαζε την ταινία της. Είναι μία ιστορία ενηλικίωσης. Η μία αδερφή θέλει απεγνωσμένα να ενηλικιωθεί, η άλλη θα προτιμούσε να μην ενηλικιωθεί ποτέ. Ήθελα να δείξω το βάρος του να επωμίζεσαι ένα μητρικό ρόλο χωρίς να έχεις επιλογή. Εμπνεύστηκα την ιστορία από την ξαδέρφη μου, που είναι σαν αδερφή μου. Το βασικό για μένα, όταν κάνεις μια ταινία, είναι να δημιουργείς ένα συναίσθημα σε αυτόν που τη βλέπει».
SHORT AND GREEN
*Ταραγμένα νερά (Elena Nasanen)
“Mε ενδιέφεραν πάντα οι άνθρωποι που έμοιαζαν πολύ, το θέμα της ομοιότητας με απασχολούσε ανέκαθεν. Έτσι κι αλλιώς όλοι οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες στην ζωή. Στην ταινία δείχνω τα δύο άκρα: την έλλειψη νερού στην έρημο, σε αντιπαραβολή με τη ζωή στην πόλη, το νερό. Με απασχολεί πολύ η κλιματική αλλαγή, οι αλλαγές στη φύση. Στα σενάρια μου, που είναι πολύ λεπτομερή, γράφω μέχρι και τους ήχους που ακούγονται, λχ το φύσημα του ανέμου. Στην ταινία το νερό είναι σαν ένας αυτόνομος χαρακτήρας, είναι η δύναμη της φύσης».