Η πρώτη από μια σειρά διαδικτυακών συζητήσεων, ανοιχτών σε όλους με τους σκηνοθέτες των δύο διαγωνιστικών τμημάτων Διεθνές Διαγωνιστικό και Meet the Neighbors, καθώς και των ελληνικών ταινιών του προγράμματος του 61ου ΦΚΘ, πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα, 9 Νοεμβρίου στις 17:00, στο κανάλι του Φεστιβάλ στο YouTube.

Το κοινό είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τους συμμετέχοντες σκηνοθέτες Μάρκο Παπαδόπουλο (Σαρμάκο – Μια ιστορία του Βορρά), Άζρα Ντενίζ Οκιάι (Φαντάσματα στην Πόλη), Φωκίωνα Μπόγρη (Πρόστιμο), Αλίμ Καν (Μετά την αγάπη) και Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέρτι (Αγνώστου ταυτότητας). Την συζήτηση, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των δράσεων της Αγοράς, συντόνισε η Έλενα Χρηστοπούλου.

Τον λόγο πήρε ο Μάρκος Παπαδόπουλος, μιλώντας για την ταινία του Σαρμάκο – Μια ιστορία του Βορρά. «Είναι ένα φιλμ που έκανα πριν από 1,5 χρόνο στη Θεσσαλονίκη για την Θεσσαλονίκη. Συμμετείχαν φοιτητές από το τμήμα Κινηματογράφου της πόλης και επαγγελματίες ηθοποιοί, αλλά και ηθοποιοί της Θεσσαλονίκης. Είναι μια ταινία για τον εμφύλιο πόλεμο και το ρεμπέτικο. Αφορά ανθρώπους που αγαπούν την μουσική και την ελληνική ιστορία. Υπήρχαν αρκετές δυσκολίες κατά την διάρκεια της παραγωγής, αλλά χαίρομαι πολύ που βλέπω την ταινία μου στο Φεστιβάλ και ελπίζω να σας αρέσει».

Η Άζρα Ντενίζ Οκιάι, είπε για το φιλμ της Φαντάσματα στην Πόλη, πως, «γύρισα την ταινία πριν από έναν χρόνο ακριβώς και τα γυρίσματα έγιναν σε 17 ημέρες. Είναι ένα φιλμ με τέσσερις ιστορίες και προσπάθησα να το γράψω με τη λογική του φαινομένου του ντόμινο, καθώς περιγράφει το πώς η ζωή του ενός μπορεί να επηρεάσει τη ζωή του άλλου. Ο πέμπτος χαρακτήρας είναι η πόλη η οποία τους ‘τρώει’. Τελείωσα την ταινία στις αρχές του Σεπτεμβρίου και τώρα είμαι εδώ, μαζί σας».

Τον λόγο πήρε ο Αλίμ Καν, ο οποίος περιγράφοντας την ταινία του Μετά την αγάπη, είπε: «Είναι ένα δράμα που διαδραματίζεται στο Ντόβερ της Νοτιοδυτικής Αγγλίας και στο Καλαί, στην απέναντι πλευρά της Μάγχης. Αφορά μια εξηντάχρονη γυναίκα που ο άντρας της έχει πεθάνει ξαφνικά και μετά τον θάνατο του μαθαίνει ένα μεγάλο του μυστικό, πως είχε μια οικογένεια στο Καλαί. Αυτό την κάνει να πάει εκεί και να αναρωτηθεί για τον εαυτό της, για τις επιλογές της και την ταυτότητα της. Είναι μια ταινία για τον πόνο, την ταυτότητα και για την οικογένεια. Για το πώς χτίζουμε την οικογένεια μας. Είναι μια προσωπική ιστορία, όχι αυτοβιογραφική, αν και την εμπνεύστηκα από την μαμά μου. Ο κεντρικός χαρακτήρας της Μαίρη βασίστηκε πολύ στην μαμά μου. Και χαίρομαι πολύ που προβάλλεται στο Φεστιβάλ».

Στη συνέχεια, ο Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέρτι, είπε για την ταινία του Αγνώστου ταυτότητας: «Χαίρομαι που σας γνωρίζω όλους και ελπίζω να βρεθούμε από κοντά στην Θεσσαλονίκη μετά από δύο, τρία χρόνια. Έχω αναμνήσεις από την πόλη, καθώς εκεί έκανα το πρώτο μου ταξίδι μετά την πτώση του Κομμουνισμού στην Ρουμανία, όταν ήμουν μαθητής στο Λύκειο. Αγόρασα τα πρώτα μου sneakers στην Θεσσαλονίκη. Είμαι από την Ρουμανία, αλλά ζω στην Αμερική εδώ και 19 χρόνια. Αισθάνομαι όμως απόλυτα Ρουμάνος και είναι περίεργο γιατί αυτή η αίσθηση σχετίζεται με την ταινία που φτιάχνω τώρα. Είναι μια τριλογία για τρεις ιστορίες που εξελίσσονται στην Ρουμανία».

Για το φιλμ του Πρόστιμο, μίλησε ο Φωκίων Μπόγρης, σημειώνοντας: «Πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια που δεν μπορούμε να είμαστε στη Θεσσαλονίκη. Τα τελευταία δέκα χρόνια ήταν υπέροχα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Η ταινία μου αφορά την αληθινή ιστορία ενός ντίλερ κάνναβης. Να σας μιλήσω για τον κεντρικό χαρακτήρα μου. Γνώρισα κάποιον το 2013, ήταν ξάδερφος ενός στενού μου φίλου και άκουσα τις αληθινές του ιστορίες και νόμιζα ότι ήταν ενδιαφέρουσες και αστείες. Εκείνη την εποχή έψαχνα μια ιδέα για να αρχίσω να γράφω ένα σενάριο. Ήταν το σωστό timing. Μας πήρε επτά χρόνια για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο».

«Έχετε πέντε διαφορετικά φιλμ, όχι μόνο σε περιεχόμενο αλλά και στυλ, υπάρχει ένα κοινό νήμα σε όλα τα πρότζεκτ και είναι το θέμα του αφήνομαι. Όλοι οι χαρακτήρες σας πρέπει να κάνουν το ταξίδι τους, αλλά και να αφήσουν το παρελθόν και κομμάτια του εαυτού τους για τα οποία δεν αισθάνονται καλά» σημείωσε η συντονίστρια της συζήτησης Έλενα Χρηστοπούλου. «Σε άλλες περιπτώσεις οι συγκρούσεις με την κοινωνία δεν τους αφήνουν να προχωρήσουν. Ήταν αυτή η διαδικασία του αφήνομαι, ο τρόπος που οραματιστήκατε τις ταινίες σας;»

«Κάτι που ήθελα να εξερευνήσω στην ταινία μου ήταν η ιδέα της ταυτότητας και για ποιους δομούμε την ταυτότητα μας. Όταν σκέφτομαι την οικογένεια μου, που είναι μουσουλμάνοι -η μητέρα μου είναι λευκή, ο πατέρας μου Πακιστανός- θυμάμαι πως μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που ένιωθα λίγο σαν εξωγήινος. Υπάρχει μια θεωρία για το πως αναπτύσσουμε διαφορετικούς εαυτούς και για το πως επιλέγουμε και σε ποιους να δείχνουμε αυτούς τους εαυτούς και μου άρεσε πολύ. Πέρασα έξι χρόνια αναπτύσσοντας το σενάριο. Μου πήρε τόσο καιρό να το γράψω γιατί απαντούσα υποσυνείδητα σε ερωτήματα που αφορούσαν τη δική μου ζωή. Με το τέλος της ταινίας η ηρωίδα μου δεν έχει την τέλεια ζωή, η ζωή της έχει αλλάξει για πάντα, αλλά έχει όλες τις πληροφορίες για να προχωρήσει μπροστά. Είναι ενδιαφέρουσα η ιδέα του αφήνω πράγματα πίσω μου, αλλά δεν το βλέπω έτσι. Δεν είναι τόσο ότι αφήνουμε πίσω μας πράγματα, όσο ότι τα κουβαλάμε μαζί μας. Ο χαρακτήρας της ταινίας μου δεν μπορεί να αφήσει τίποτα πίσω. Ο πόνος δεν είναι κάτι που αφήνεις, αλλά μαθαίνεις να ζεις μαζί του. Είναι ένα παράδοξο. Είναι γλυκόπικρο σαν την ζωή. Προσπαθείς να προχωρήσεις, ενώ κουβαλάς τα πάντα στην πλάτη σου. Και προς το τέλος η πίστη της είναι πιο καθαρή. Είναι μέρος της ταυτότητας της», εξήγησε ο Αλίμ Καν.

Η Άζρα Ντενίζ Οκιάι αναφέρει: «Αποφάσισα να γράψω αυτές τις ιστορίες για το πώς διαχειρίζομαι το σοκ του χάους. Και πώς οι χαρακτήρες μου περνούν στο φως. Αφήνουν το χάος και περνούν στο μέλλον. Αναζητούν την ταυτότητα τους μέσα από το χάος. Επειδή είμαι γυναίκα, κινηματογραφώ γυναίκες γιατί τις γνωρίζω καλά. Είναι διαφορετικές από τους ανδρικούς χαρακτήρες και δείχνω πώς αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις. Η ταινία μου αφορά το χάος στην πόλη. Την τελευταία σκηνή τη γύρισα σε ένα γκέτο και έγινε εκεί μια εξέγερση όπου κατέφθασαν έξι τανκς της αστυνομίας και  σημάδευαν την ομάδα μου. Στην γενιά μου, όλοι μας μαθαίνουμε πώς να γυρίζουμε ταινίες στο χάος». Και οι χαρακτήρες του Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέρτι, βιώνουν το χάος. «Τώρα μέσα από αυτή την συζήτηση διαπίστωσα πως όταν φτιάχνουμε μια ταινία και την τελειώνουμε σημαίνει ότι την αφήνουμε. Νομίζω όλοι μας έχουμε αυτήν την εμπειρία. Βάζουμε ιδέες και συναισθήματα στις ταινίες μας και καλούμε τον κόσμο μέσα σε αυτές με τρόπο που αλλάζει τα πάντα. Το χάος, ναι, είναι η καρδιά της ταινίας μου και του κεντρικού χαρακτήρα μου».

«Στο Σαρμάκο όλα οδηγούν στο χάος. Γιατί υπάρχουν δύο περίοδοι στις οποίες υπήρχε πολιτικό χάος και πρέπει να αποφασίσεις πολύ προσεκτικά τι θα δείξεις και τι όχι. Προσπαθείς να βρεις μια ισορροπία σε αυτό το χάος που δημιουργείς, άλλα ό,τι και να κάνεις σε αυτή την ταινία στο τέλος οδηγείται στην βία. Υπάρχει μια αλά Ταραντίνο έκρηξη βίας, γιατί οι χαρακτήρες δεν έχουν άλλη διέξοδο, πρέπει να πάρουν εκδίκηση, πρέπει να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Όλη αυτή η ωμή βία υπάρχει για να βρεις μια λύση για το τέλος της ταινίας. Υπάρχουν φιλμ που “γιορτάζουν” τη βία, αλλά αν την χρησιμοποιήσεις ρεαλιστικά πάντα υπάρχει μια δικαιολογία, όπως ότι η βία οδηγεί στην εκδίκηση και το αντίστροφο, αλλά και σε ανατροπές», είπε ο Μάρκος Παπαδόπουλος. Μαζί του συμφώνησε ο Φωκίων Μπόγρης. «Βλέπεις τη βία σαν λύση και ίσως ως ένα καλό τρόπο για να τελειώσεις την ταινία σου». Στο ίδιο ύφος κινήθηκε και ο Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέρτι. «Το πιο βίαιο κομμάτι είναι στα τελευταία 15 λεπτά της ταινίας μου. Αλλά συμφωνώ, το σινεμά δεν πρέπει να είναι μόνο αληθινό, αλλά και ενδιαφέρον. Πρέπει να αποκρυσταλλώνεις τη ζωή. Διαφορετικά έχεις μια επίπεδη ιστορία που θα είναι αληθινή, αλλά δεν θα είναι ενδιαφέρουσα», είπε ο ίδιος.

Ακολούθησαν ερωτήσεις του κοινού. Ο Αλίμ Καν, απάντησε στο κατά πόσο η ταινία του Μετά την αγάπη βασίζεται σε αληθινά γεγονότα. «Και ναι και όχι. Οι παππούδες μου έζησαν στην περιοχή κοντά στο Ντόβερ. Οπότε ξέρω καλά αυτό το μέρος. Πέρασα τα παιδικά μου χρόνια εκεί. Δεν είχαμε πολλά λεφτά μεγαλώνοντας, αλλά πηγαίναμε ως οικογένεια στο Καλαί για διακοπές επειδή ήταν φθηνά. Όταν είναι καθαρή η μέρα μπορείς να δεις το Καλαί από το Ντόβερ. Είναι κάτι σαν καθρέφτης αυτή η εικόνα. Δεν είναι αυτοβιογραφία όπως είπα, αλλά χρησιμοποίησα την μαμά μου σαν βαρόμετρο για να προσεγγίσω την ηρωίδα μου. Το φιλμ κοιτάει την ιδέα, του πως σπάμε τους κανόνες μας και κρατάμε μυστικά στην ζωή μας από τους κοντινούς μας ανθρώπους -είμαστε όλοι ψεύτες- ήθελα το κοινό να δει τον εαυτό το στον κεντρικό χαρακτήρα του φιλμ».

Η πανδημία θα δημιουργήσει ένα νέο είδος ταινιών;  Όχι μόνο για ανθρώπους σε απομόνωση, αλλά από ανθρώπους σε απομόνωση; Η Άζρα Ντενίζ Οκιάι, απαντώντας στην ερώτηση, είπε πως «θα υπάρχουν πολλά δυστοπικά φιλμ και αυτό θα είναι το πρόβλημα. Οι άνθρωποι θα γράψουν για αυτό για να καταγραφεί, αλλά σαν είδος θα είναι μια δυστοπία. Οι σκηνοθέτες δεν θα μιλήσουν για την πανδημία, αλλά για όλα αυτά που αντιμετωπίζουμε ως ανθρωπότητα. Μπορούμε να βρούμε ένα άλλο θέμα σχετικό με την πανδημία, όπως το ότι έχουμε μείνει όλοι στα σπίτια μας». Σύμφωνα με τον Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέρτι, «όλοι είναι ελεύθεροι να γράψουν και να γυρίσουν γι’ αυτό και ελπίζω πως θα βγουν κάποιες καλές ταινίες». «Μπορεί ο κόσμος να το βαρεθεί όλο αυτό και να μην θέλει να ξανακούσει για τον Covid-19. Το ζει όλος ο κόσμος και το έχουμε βαρεθεί. Εγώ δεν θα ήθελα να το δω σε ταινία πάντως. Το ζω. Φτάνει!», ανέφερε ο Αλίμ Καν. «Συμφωνώ με τον Αλίμ. Είδαμε πολλά τον τελευταίο καιρό. Δεν θα ήθελα και εγώ να δω μια ταινία που ασχολείται με την πανδημία. Αλλά επίσης δεν μπορείς να το αποκλείσεις από το σινεμά. Είναι κάτι πολύ μεγάλο για να το αγνοήσουμε. Και δεν μου αρέσουν τα φιλμ για παγκόσμιες καταστροφές. Μου αρέσουν οι ταινίες που επικεντρώνονται σε δυο-τρεις χαρακτήρες και όχι σε μεγάλα παγκόσμια προβλήματα», είπε ο Φωκίων Μπόγρης.

Ο Μάρκος Παπαδόπουλος ρωτήθηκε από το κοινό γιατί έφτιαξε ένα φιλμ για τον εμφύλιο πόλεμο, το οποίο είναι ταινία και όχι ντοκιμαντέρ. Όπως εξήγησε ο ίδιος, «δεν κάνω ντοκιμαντέρ, μόνο ταινίες. Πολλές ελληνικές ταινίες έχουν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο θέμα και κυρίως η ταινία Ρεμπέτικο του Κώστα Φέρρη. Ο εμφύλιος πόλεμος συνδυάζεται με το ρεμπέτικο και αυτή η εποχή ταιριάζει με την μουσική και την αισθητική του ρεμπέτικου. Αποφάσισα, επίσης, να κάνω αυτή την ταινία επειδή ταιριάζει και με την σύγχρονη εποχή. Στην εποχή του εμφυλίου πολέμου, λόγω κάποιου προβλήματος με τους φόρους ήταν κλειστά τα σινεμά, όπως κατά σύμπτωση και σήμερα. Κάθε εποχή επηρεάζει την επόμενη και αυτό ήθελα να το δείξω στην ταινία».

Σε άλλη ερώτηση του κοινού για το αν ο κινηματογράφος πρέπει να είναι ένα επιστημονικό εργαλείο για να μελετήσουμε μεταξύ άλλων τη ζωή, την επιστήμη, την φύση και την ιστορία, ο Φωκίων Μπόγρης είπε πως «δεν συμφωνώ με το επιστημονικό κομμάτι. Είναι ανθρώπινο. Έχει να κάνει με τα συναισθήματα». Για την Άζρα Ντενίζ Οκιάι, «χρειαζόμαστε επιστήμη για να φτιάξουμε για παράδειγμα τον φωτισμό της ταινίας μας και ίσως μαθηματικά για το σενάριο. Όλα αυτά τα μαθαίνεις μόνος σου. Δεν αντιγράφουμε την φύση, αλλά παίζουμε με εργαλεία».

Η συζήτηση συνεχίστηκε με το πόσο δύσκολο ήταν για τους σκηνοθέτες να βρουν χρήματα για να φτιάξουν τις ταινίες τους. «Δεν ήταν καθόλου εύκολο, ζήσαμε τρομακτικές στιγμές, σε σημείο που δεν θέλω να συζητήσω γι’ αυτό. Είμαστε μια γενιά που πρέπει να βρίσκουμε λύσεις. Η Τουρκία για παράδειγμα δεν μας δίνει λύσεις», είπε η Άζρα Ντενίζ Οκιάι. «Κοίταξα τον τραπεζικό μου λογαριασμό και με κάποιο τρόπο κατάφερα να το κάνω και ευτυχώς λειτούργησε. Αλλά δεν είχα κάποιο κεφάλαιο ή κάποια εταιρεία από πίσω μου», εξήγησε ο Μάρκος Παπαδόπουλος.

Ο Φωκίων Μπόγρης απάντησε χιουμοριστικά πως «το εμπόριο ναρκωτικών ίσως είναι μια λύση για εμάς. Πέρασε από το μυαλό μου όταν γύριζα την ταινία μου που είναι μια ιστορία για έναν ντίλερ, οπότε αν το έκανα και εγώ θα έμπαινα καλύτερα στο θέμα της ταινίας μου. Είναι παράνομο φυσικά, αλλά ήταν μια σκέψη. Ήταν φυσικά εφιάλτης το να βρω χρήματα και δεν βρήκα ποτέ χρηματοδότηση πέρα από φίλους και οικογένεια».

«Ελπίζω ο Φωκίων να μην ξεκινήσει το εμπόριο γιατί θα ήθελα να τον συναντήσω κάποια στιγμή στη Θεσσαλονίκη. Το να βρεις χρήματα είναι πολύ δύσκολο. Αλλά αν έχεις μια καλή ιδέα, δεν πρέπει να περιμένεις κανέναν, να χρησιμοποιήσεις την τεχνολογία και να βρεις τον τρόπο σου. Το χρήμα δεν είναι τα πάντα», ανέφερε ο Μπόγκνταν Τζόρτζε Απέρτι.

Σύμφωνα με τον Αλίμ Καν, «στην Βρετανία είμαστε αρκετά τυχεροί γιατί έχουμε δημόσια χρηματοδότηση που μας βοηθά στην δημιουργία των ταινιών μας». «Συμφωνώ με τον Μπόγκνταν πως σήμερα είναι πιο εύκολο να γυρίσεις μια ταινία, μπορείς ακόμη και με το κινητό σου. Το να χρηματοδοτείς την ίδια σου ταινία είναι σαν να αυτοκτονείς, αλλά πρέπει κάπως να ξεκινήσεις αν πιστεύεις στην ιδέα σου», είπε ο Μάρκος Παπαδόπουλος.

Στην τελευταία ερώτηση του κοινού για το αν κεντρικός χαρακτήρας των ταινιών θα μπορούσε να είναι του αντίθετου φύλου, ο Φωκίων Μπόγρης είπε πως «θα μπορούσε ο χαρακτήρας της ταινίας μου να ήταν του αντίθετου φύλου αλλά θα ήταν μια διαφορετική ταινία, ωστόσο ενδιαφέρουσα. Δεν ξέρω αν θα φτιάξω ξανά άλλη ταινία, αλλά θα ήθελα να έχει γυναικείο χαρακτήρα στον πρωταγωνιστικό ρόλο».

«Στην δική μου ταινία δεν θα λειτουργούσε γιατί έχει να κάνει με μια εποχή με συγκεκριμένα πατριαρχικά στερεότυπα», ανέφερε ο Μάρκος Παπαδόπουλος. Μαζί του συμφώνησε και ο Αλίμ Καν, «και στην δική μου περίπτωση σίγουρα δεν θα μπορούσε να είναι του αντίθετου φύλου. Μιλάει για την μητρότητα και θα ήταν μια διαφορετική ιστορία. Όταν γράφεις το σενάριο αναρωτιέσαι, γιατί αυτός ο χαρακτήρας να είναι γυναίκα; Τι θα γινόταν αν δεν ήταν; Στην δική μου ταινία, ωστόσο, θα ήταν αδύνατο».

Οι συζητήσεις του Director’s Corner πραγματοποιούνται στα αγγλικά και είναι ανοιχτές για το κοινό κάθε απόγευμα στις 17:00 έως την Παρασκευή 13 Νοεμβρίου μέσα από το κανάλι του Φεστιβάλ στο YouTube.

 

Συντονιστείτε εδώ: https://www.facebook.com/events/387052425668755/




Leave a comment