Κάποτε ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν έγραψε: “Πάντα είχα την ικανότητα να δένω τους δαίμονές μου στο άρμα μου. Και μ’ αυτόν τον τρόπο τους ανάγκασα να γίνουν χρήσιμοι”.

Ο άνθρωπος αυτός είχε δαίμονες, το δίχως άλλο. Σαφώς εστίαζε στις μακάβριες και δυσάρεστες πτυχές της ζωής.  Γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1918. Αν και μεγάλωσε με σχετική άνεση ως γιος πάστορα στη Στοκχόλμη, η πρώτη του ανάμνηση ήταν όταν ξέρασε πάνω του χυλό. Κοιμόταν μαζί με τη μητέρα του μέχρι τα τέσσερά του, όταν η γέννηση της αδελφής του, ενός “χοντρού τερατώδους πλάσματος” όπως το έθεσε ο ίδιος, διέλυσε την τάξη της ζωής του.

Με τον αδελφό του, Νταγκ, σχεδίασαν να στραγγαλίσουν το μωρό, ενώ κοιμόταν στην κούνια, όμως ο Μπέργκμαν κατάφερε απλώς να το ξυπνήσει. Δεν πτοήθηκε, αφού αργότερα προσπάθησε να σκοτώσει τον Νταγκ βάζοντας φωτιά στο κρεβάτι του. Τα βασανιστήρια και η εφιαλτική οικογενειακή ζωή Αυτή η πικρία προέκυψε από την τραυματική σχέση με τους γονείς του. Ο Μπέργκμαν έβρεχε μονίμως το κρεβάτι του και τον έβαζαν να φορά κόκκινο φουστάνι όλη μέρα για τιμωρία. Όταν παραβίαζε έναν από τους σχολαστικούς μικροκανόνες της οικογένειας, οι υπόλοιποι αρνούνταν να του μιλήσουν ή αγνοούσαν την παρουσία του για μέρες ολόκληρες.

Σε περίπτωση που έκανε πιο σοβαρές αταξίες, τον έδερναν. Ο πατέρας του χρησιμοποιούσε χτυπητήρι χαλιών κι έβαζε τον μικρό Ίνγκμαρ να κατεβάζει τα παντελόνια και να σκύβει πάνω από ένα μαξιλάρι, ενώ ένας άλλος από τους Μπέργκμαν τον βαστούσε από τον λαιμό. Όταν οι γονείς του είχαν ιδιαίτερα σαδιστικές διαθέσεις, τον κλείδωναν σε μια ντουλάπα, όπου του έλεγαν ότι ζούσε ένα τρομερό τέρας που έτρωγε τα δάχτυλα των ποδιών των μικρών παιδιών. Έτσι, το παιδί βρήκε καταφύγιο στο κουκλοθέατρο και στο “μαγικό φανάρι”. Ο Μπέργκμαν έπαιζε ρόλους για να ξεπεράσει το άγχος και την αγωνία της εφιαλτικής οικογενειακής ζωής του. Στα δέκα του χρόνια, πρόβαλε πρώτη φορά μια λούπα ταινίας στη λευκοβαμμένη ντουλάπα του.

Έγινε καλός παραμυθάς. Μια μέρα στο σχολείο, διέδωσε στην τάξη ότι οι γονείς του τον είχαν πουλήσει στο τσίρκο για να γίνει ακροβάτης. Όταν η δασκάλα ανακάλυψε το ψέμα, τον έβαλε με το πρόσωπο στον τοίχο και τον ταπείνωσε δημόσια. Σαφώς, ο Μπέργκμαν χρειαζόταν να βρει μια διέξοδο χωρίς επιτήρηση από ενήλικες.

Στα 19 του χρόνια, ο Μπέργκμαν τελικά ξεκαθάρισε την κατάσταση με τον πατέρα του. Σε μια από τις πολλές τους συγκρούσεις, ο Μπέργκμαν αντέδρασε για πρώτη φορά. “Αν με χτυπήσεις, θα σε χτυπήσω”, του είπε. Όπερ και εγένετο. Οι δυο τους δεν ξαναμίλησαν για χρόνια και συμφιλιώθηκαν μόνο με τον θάνατο της μητέρας του Μπέργκμαν, το 1966.

Το 1938 ο Μπέργκμαν μπήκε στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, όπου έμπλεξε στις φοιτητικές θεατρικές παραστάσεις. Άρχισε ν’ ασχολείται με σενάρια και σκηνοθέτησε την πρώτη του ταινία, την Κρίση, το 1946. Άγνωστος στο διεθνές κοινό για μία δεκαετία σχεδόν, τελικά πέτυχε την αναγνώριση το 1955 με το “Χαμόγελα Καλοκαιρινής Νύχτας”, ένα ρομαντικό παιχνίδισμα που προτάθηκε για τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες.

Οι ταινίες “Έβδομη Σφραγίδα” και ‘Άγριες Φράουλες” τον καθιέρωσαν ως μία από τις μεγάλες μορφές του καλλιτεχνικού κινηματογράφου παγκοσμίως. Τη δεκαετία του ’60, το ενδιαφέρον για τον Μπέργκμαν ήταν το σήμα κατατεθέν των ψευτοδιανοούμενων. Καθώς οι ταινίες του γίνονταν όλο και πιο δυσνόητες κι ο ίδιος ασχολείτο όλο και περισσότερο με τους ψυχο-σεξουαλικές εμμονές του, η φήμη του ως ιδιοφυούς οραματιστή αυξανόταν.

https://www.youtube.com/watch?v=f4yXBIigZbg

 

https://www.youtube.com/watch?v=8qYVaoKnL_M

Οι ταινίες του, “Περσόνα”, “Κραυγές και Ψίθυροι” και “Σκηνές από ένα γάμο”, από τις σκοτεινότερες και πλέον δυσνόητες, υμνήθηκαν από κριτικούς και σκηνοθέτες, ιδιαίτερα από τον Γούντι Άλεν. Η σύλληψη του το 1976 για φοροδιαφυγή, τον έκανε να σταματήσει το ρυθμό της μιας ταινίας το χρόνο. Μετά από μια περίοδο αυτοεξορίας στο εξωτερικό, επέστρεψε στη Σουηδία το 1982 για να γυρίσει το τελευταίο του αριστούργημα, το ημιαυτοβιογραφικό “Φάνη και Αλέξανδρος”.

https://www.youtube.com/watch?v=s8TJ2d7-1e8

 

 

Μάλλον υπάρχει μια απλή βιογραφική εξήγηση για τις σκοτεινές και ανησυχητικές ταινίες του Μπέργκμαν και για τους χαρακτήρες του, που έχουν εμμονή με τον θάνατο. Όταν ήταν δέκα ετών, ο Μπέργκμαν κλειδώθηκε σε νεκροτομείο από έναν κακόβουλο επιστάτη νοσοκομείου. Σκανδαλισμένος από τη θέα ενός γυναικείου πτώματος, βάλθηκε να το μαλάζει, ν’ αγγίζει τα στήθη και να παρατηρεί γοητευμένος τα γεννητικά όργανα. Μετά από λίγα λεπτά, πείστηκε ότι η νεκρή τον κοιτούσε. Όρμησε στην πόρτα και άρχισε να την κοπανάει μέχρι που του άνοιξαν και κατάφερε να ξεφύγει.

Στα νιάτα του, ο Μπέργκμαν ήταν τόσο γυναικάς που βγήκε κι ένα σχετικό τραγούδι: “Δεν πειράζει που είν’ η φήμη μου κακή / Φτάνει που ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν με ποθεί”. Ο ίδιος παραδεχόταν ότι υπήρξε παθολογικός ψεύτης απέναντι στις κοπέλες με τις οποίες είχε σχέση. Κάποτε αποφάσισε να πάψει τα ψέματα και να λέει μόνο την αλήθεια, κάτι που δημιούργησε προβλήματα. Λίγο πριν από τα 40 του, ο Μπέργκμαν συνδέθηκε σοβαρά με μια γυναίκα, αλλά αποφάσισε να ξεκαθαρίσει ότι υπήρχαν όρια στη δική του δέσμευση. “Δεν πρόκειται να σε παντρευτώ”, την πληροφόρησε, “δεν σ’ αγαπώ μ’ αυτόν τον τρόπο. Θέλω απλώς να σε γαμ***”.

Η Λιβ Ούλμαν, μούσα του Μπέργκμαν για πολύ καιρό, έγινε πολλές φορές θύμα των εκρήξεών του. Όταν κάποτε έκανε το λάθος να διαφωνήσει μαζί του σε κάτι, ο Μπέργκμαν άρχισε να την κυνηγά αφρίζοντας μέσα στο σπίτι. Τρέμοντας για τη ζωή της, η Ούλμαν κλειδώθηκε στην τουαλέτα, αλλά ο Μπέργκμαν άνοιξε μια τρύπα στην πόρτα με κλοτσιές. Του έφυγε όμως η παντόφλα κι έπεσε στο κεφάλι της Ούλμαν. Η εικόνα της μεγαλύτερης ηθοποιού της Νορβηγίας ζαρωμένης πλάι στη λεκάνη με μια παντόφλα στο κεφάλι, φάνηκε τόσο αστεία στον Μπέργκμαν, που του έφυγε ο θυμός και ξεκαρδίστηκε στα γέλια. “Συμφιλιωθήκαμε αμέσως”, αναφέρει η Ούλμαν.

Οι πιστοί του, οι οποίοι διδάσκουν το έργο του στα πανεπιστήμια, έχουν παραβλέψει το θέμα της ιδεολογίας του. Κι όμως ο Μπέργκμαν υπήρξε ενθουσιώδης και δραστήριος ναζιστής. Η αγάπη του για τον Φύρερ ξεκίνησε το 1938, όταν βρέθηκε στη Γερμανία στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανταλλαγής φοιτητών κι είδε τον Χίτλερ να μιλά σε μια συγκέντρωση. Βρήκε τον δικτάτορα “απίστευτα χαρισματικό” και τον ναζισμό “διασκεδαστικό και νεανικό” και κρέμασε μια φωτογραφία του Χίτλερ πάνω από το κρεβάτι του για να τον εμπνέει. “Για πολλά χρόνια ήμουν με τον Χίτλερ”, παραδέχθηκε αργότερα, “χαιρόμουν με τις επιτυχίες του και θλιβόμουν με τις ήττες του”. Μάλιστα, ο Μπέργκμαν και οι φίλοι του έφτασαν στο σημείο να ζωγραφίσουν σβάστικες στους τοίχους ενός σπιτιού εβραϊκής οικογένειας. Βέβαια, ο αντισημιτισμός ήταν παράδοση στην οικογένεια των Μπέργκμαν. Ο αδελφός του, Νταγκ, ήταν εκ των ιδρυτών του σουηδικού ναζιστικού κόμματος και ο πατέρας του, ο Έρικ, συχνά ψήφιζε ακροδεξιούς πολιτικούς.

Ο Μπέργκμαν πέθανε στις 30 Ιουλίου 2007 στο νησί Φαρό της Βαλτικής, λόγω επιπλοκών μετά από εγχείριση στο ισχίο.

Πηγή: www.mixanitouxronou.gr




Leave a comment