Τι έχει συμβεί στον ενήλικα πια Ντάνι Τόρανς 40 χρόνια μετά την ανατριχιαστική και τραυματική διαμονή στου στο ξενοδοχείο Overlook, το εμβληματικό φόντο της Λάμψης, του αριστουργήματος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ;
Ο Μάικ Φλάναγκαν, μετά την περίφημη τηλεοπτική μεταφορά του Στίβεν Κινγκ με Το Παιχνίδι του Τζέραλντ, γράφει το σενάριο, σκηνοθετεί και μοντάρει τη φιλόδοξη μεταφορά του βιβλίου του εμβληματικού συγγραφέα που συνεχίζει την ιστορία της Λάμψης. Ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ (Star Wars: Επεισόδια I, II & III, T2 Trainspotting), η Ρεμπέκα Φέργκιουσον (Mission: Impossible, The Greatest Showman) και η πρωτοεμφανιζόμενη Κάιλι Κουράν πρωταγωνιστούν στο μεταφυσικό θρίλερ, που έχει ήδη λάβει διθυραμβικές κριτικές, πριν την επίσημη κυκλοφορία του στις αίθουσες, ενώ θεωρείται από μερικούς η καλύτερη κινηματογραφική μεταφορά του Κινγκ μετά το Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ.
Οι εξαιρετικές ερμηνείες, η τρομαχτική ατμόσφαιρα που σέβεται το πρώτο κεφάλαιο του Κιούμπρικ και η άρτια σκηνοθεσία του Φλάναγκαν υπόσχονται να αιχμαλωτίσουν το κοινό σε μία απολαυστική, τρομαχτική και συνταρακτική μάχη ανάμεσα στο καλό και το κακό και μία μεγαλειώδη, αιματηρή ιστορία.
Σκηνοθεσία/Σενάριο (βασισμένο στο βιβλίο του Στίβεν Κινγκ): Μάικ Φλάναγκαν
Πρωταγωνιστούν: Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Ρεμπέκα Φέργκιουσον, Κάιλι Κουράν, Καρλ Λάμπλι, Ζαν ΜακΚλάρνον, Έμιλι Άιλιν Λιντ, Μπρους Γκρίνγουντ, Τζόσελιν Ντόναχιου, Κλιφ Κέρτις, Τζέικομπ Τρέμπλεϊ
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Μάικλ Φιμονιάρι
Μοντάζ: Μάικ Φλάναγκαν
Μουσική: The Newtons Brothers
Διάρκεια: 2 ώρες και 31 λεπτά
Σύνοψη
Ο Νταν Τόρανς (Γιούαν ΜακΓκρέγκορ) εξακολουθεί να υποφέρει από το ψυχολογικό τραύμα που υπέστη ως παιδί στο ξενοδοχείο Overlook. Προσπαθεί να βρει την εσωτερική του ηρεμία, μέχρι που συναντά την Άμπρα (Κάιλι Κουράν), μία θαρραλέα νεαρή κοπέλα που διαθέτει, όπως κι αυτός, το υπερφυσικό χάρισμα γνωστό ως “λάμψη”. Η Άμπρα ζητά απελπισμένα τη βοήθειά του προκειμένου να πολεμήσει την ανελέητη Ρόουζ (Ρεμπέκα Φέργκιουσον), αρχηγό μιας συμμορίας δαιμόνιων δολοφόνων, που αναζητούν ανθρώπους προικισμένους με υπερφυσικές ιδιότητες, προκειμένου να «καταναλώσουν» την αύρα τους και να γίνουν αθάνατοι. Δημιουργώντας μια απρόσμενη συμμαχία, ο Νταν και η Άμπρα ξεκινούν έναν αγώνα ζωής και θανάτου εναντίον της Ρόουζ. Η αθωότητα και το χάρισμα της Άμπρα κάνουν τον Νταν να χρησιμοποιήσει, για πρώτη φορά, τις δικές του δυνάμεις, ν’ αντιμετωπίσει τους φόβους του, που θα φέρουν στην επιφάνεια φαντάσματα του παρελθόντος.
Το επόμενο κεφάλαιο στην ιστορία της «Λάμψης»
Σπάνια ένα δράμα για μια δυσλειτουργική οικογένεια έχει κατοχυρώσει μια θέση στο σύγχρονο συνειδητό τόσο τρομαχτική και απόλυτη όσο η ιστορία των Τόρανς, του πατέρα, της μητέρας και του γιου που πρωταγωνιστούν στο τρίτο μυθιστόρημα του Στίβεν Κίνγκ, την περίφημη Λάμψη, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1977. Εμπνευσμένη από τον προσωπικό αγώνα του συγγραφέα σε συνδυασμό με μία μοιραία νύχτα που πέρασε στο δωμάτιο 217 του Ξενοδοχείου Στάνλεϊ στο Κολοράντο, η ιστορία του Τζακ, της Γουέντι και του Ντάνι Τόρανς είναι ένα από τα πιο προσωπικά έργα του Κινγκ, ανατριχιαστικό όχι μόνο εξαιτίας των τεράτων που ζουν δίπλα μας, αλλά και για τους πραγματικούς δαίμονες που παραμονεύουν μέσα μας.
Τριάντα έξι χρόνια μετά, ο Κινγκ δημοσίευσε το επόμενο κεφάλαιο, τον Δόκτωρ Ύπνο, συνεχίζοντας την ιστορία του Νταν Τόρανς. Παρόλο που και τα δύο μελετούν τον τρόμο και την αγωνία, η Λάμψη ταξιδεύει τους αναγνώστες στο σκοτάδι του εθισμού, ενώ ο Δόκτωρ Ύπνος τους μεταφέρει στο φως της ανάρρωσης, της αυτοθυσίας και της εξιλέωσης.
Η κινηματογραφική μεταφορά της Λάμψης από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες τρόμου όλων των εποχών. Είναι, επίσης, μια από τις πιο διαβόητες περιπτώσεις του χάσματος ανάμεσα στον κόσμο των συγγραφέων και των σκηνοθετών, καθώς ο Κιούμπρικ απέδωσε πολλά στοιχεία της ιστορίας μέσα από το δικό του πρίσμα. Όμως, η πραγματικότητα είναι ότι και οι δύο εκδοχές της απώλειας του εαυτού μέσα από τον εθισμό καθιέρωσαν και τους δύο δημιουργούς ως καλλιτεχνικές ιδιοφυίες.
Ο σκηνοθέτης Μάικ Φλάναγκαν θεωρεί τον εαυτό του έναν φανατικό οπαδό του έργου του Κινγκ από την παιδική του ηλικία, όταν διάβασε το πρώτο βιβλίο του συγγραφέα. «Ήμουν τόσο νέος, αλλά τα διάβασα. Αυτά τα βιβλία με τρόμαξαν όσο τίποτα άλλο και άλλαξαν τον τρόπο που βλέπω τον κόσμο. Έτσι ξεκίνησα την εμπειρία μου με τη γραφή του Κίνγκ. Ένα φοβισμένο παιδί που διαβάζοντας το έργο του έμαθε να είναι γενναίο. Ήταν μια άσκηση για τον χαρακτήρα μου. Έγινα μόνιμος αναγνώστης και έμαθα να παλεύω, κάπως, κάνοντας μια καριέρα στην οποία πληρώνομαι για να κάνω ταινίες, κάτι που ακόμα μου φαίνεται τρελό».
Ο σκηνοθέτης θυμάται, χρόνια μετά, ότι ήταν σε ένα βιβλιοπωλείο για να πάρει το Δόκτωρ Ύπνος την πρώτη μέρα που κυκλοφόρησε. «Να συνεχίσω την ιστορία ειδικά από την προοπτική του Κίνγκ και να αφήσω αυτό που είχε αλλάξει ο Κιούμπρικ στην ταινία για την οικογένεια Τόρανς… ήταν ένας συναρπαστικός αγώνας για έναν αναγνώστη. Αυτό που έκανε ο Κιούμπρικ με το υλικό είναι τόσο εμβληματικό, τόσο ριζωμένο στην ποπ κουλτούρα και στο μυαλό μου ως σινεφίλ και η ανάγνωση αυτής της ιστορίας που το αγνοεί αυτό και σε πηγαίνει σε μια άλλη τελείως διαφορετική κατεύθυνση, ήταν κάτι συναρπαστικό».
«Ο Δόκτωρ Ύπνος επανάφερε πολλά θέματα από το μυθιστόρημα Λάμψη που δεν αποδόθηκαν στην ταινία» συνεχίζει ο Φλάναγκαν. «Ειδικά τον εθισμό μαζί με το θέμα της εξιλέωσης. Η αρχική μου εντύπωση ήταν ότι μου άρεσε αυτή η ιστορία. Μου άρεσαν οι τρεις χαρακτήρες, ο Νταν, η Άμπρα και η Ρόουζ. Μου άρεσαν οι αντιφάσεις ανάμεσα στη Λάμψη και τον Δόκτωρ Ύπνο. Ο εθισμός και η ανάρρωση. Πήρε πολλά υπέροχα στοιχεία από το πρώτο βιβλίο και τα άφησε να εξελιχθούν σε κάτι εντελώς καινούριο».
«Υπάρχει ένα κομμάτι μέσα μου που επιμένει ότι ο κόσμος του Κινγκ πρέπει να μεταφέρεται αυτούσιος» επισημαίνει ο Φλάναγκαν. «Και ένα μέρος μου που θαυμάζει απεριόριστα την ταινία του Κιούμπρικ. Αυτές οι δύο πλευρές μου ήταν σε αντιπαράθεση όταν ξεκίνησα την ταινία. Αλλά προσπαθώντας να τις ικανοποιήσω και τις δύο, σκέφτηκα ότι αν μπορώ να το κάνω για μένα, μπορώ να το κάνω και για το κοινό».
Το να συμφιλιωθούν δύο διαφορετικές πηγές «ήταν ένα μάθημα του πώς να ισορροπώ σε ένα σχοινί ανάμεσα στον Κιούμπρικ και τον Κινγκ. Για να τους τιμήσω και τους δύο, το να δημιουργήσω μία αυτόνομη ταινία ήταν η προτεραιότητα μου από την αρχή».
Ο Φλάναγκαν ήξερε ότι υπήρχε ένα ζωτικό βήμα για την ύπαρξη αυτής της ταινίας, που ήταν η έγκριση του Στίβεν Κινγκ. Ο μάστερ του τρόμου ήταν αρχικά επιφυλακτικός. Αλλά όταν ο δημιουργός του παρουσίασε το τολμηρό του όραμα, που αναμειγνύει το βιβλίο με την κινηματογραφική κληρονομιά, δίνοντας στον Κινγκ την επιρροή που είχε νιώσει ότι του έλειπε από το όραμα του Κιούμπρικ, ο συγγραφέας ενθουσιάστηκε και συμφώνησε.
Ο Στίβεν Κινγκ λέει: «Πάντα λέω ότι η διαφορά ανάμεσα στην ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ και στο βιβλίο μου είναι ότι η ταινία του καταλήγει στον πάγο και το βιβλίο μου καταλήγει στη φωτιά. Αλλά, παίρνοντας την ιστορία του ενήλικα πια Νταν και φιλτράροντας τη, ο Μάικ πήγε την ταινία του Κιούμπρικ ένα βήμα παραπέρα. Η ταινία του Μάικ κάνει δύο πράγματα. Είναι μια καλή μεταφορά του βιβλίου και ένα καταπληκτικό σίκουελ της ταινίας του Κιούμπρικ. Ο Μάικ δούλεψε σε ένα σύμπαν όπου μερικά πράγματα που συνέβησαν στην ταινία Λάμψη δεν συνέβησαν στο βιβλίο μου… κι αυτό το έκανε λειτουργικό με κάποιον τρόπο».
«Αυτό με νοιάζει. Να νοιάζεσαι», Στίβεν Κινγκ
«Η Λάμψη θεωρείται η πιο τρομαχτική ταινία στον κόσμο. Με αποτέλεσμα να την δω λίγο πριν τα τριάντα μου… και την είδα μόνο μία φορά, γιατί με τρόμαξε πάρα πολύ. Δεν βλέπω θρίλερ, δεν θέλω να υπόκειμαι σε αυτή τη διαδικασία. Αλλά μου άρεσε τόσο πολύ το βιβλίο Δόκτωρ Ύπνος, το οποίο διάβασα μετά το σενάριο. Μετά ξαναδιάβασα τη Λάμψη, που μου άρεσε επίσης πολύ. Είναι καταπληκτικό για έναν ηθοποιό να έχει όλο αυτό το υλικό» λέει ο πρωταγωνιστής Γιούαν ΜακΓκρέγκορ.
Η Ρεμπέκα Φέργκιουσον, που υποδύεται την κακιά της υπόθεσης, λέει σχετικά: «Όταν μου πρότειναν τον ρόλο… λοιπόν, δεν μου αρέσει να τρομάζω. Δεν αντέχω ό,τι με τρομοκρατεί. Μισώ τους κλόουν. Μισώ τα σατανικά παιδιά στις τρομαχτικές ταινίες. Αυτά τα δύο κορίτσια, που στέκονται εκεί, που μιλάνε μαζί, σε αυτό το τρομαχτικό περιβάλλον… είναι απόκοσμο. Μου αρέσει, όμως, να ασχολούμαι με είδη που με προβληματίζουν. Αλλά, μιλάμε για τον Στίβεν Κινγκ και αυτόν τον φανταστικό χαρακτήρα, όλα στα χέρια του Μάικ. Η ταινία είναι από τις πιο απίστευτες παραγωγές, στις οποίες έχω λάβει μέρος. Παλεύουμε ανάμεσα στο πραγματικό και το μεταφυσικό. Είναι καταπληκτική εμπειρία να συμμετέχεις».
Η πρωτοεμφανιζόμενη Κάιλι Κουράν παραδέχεται: «Ήξερα για τον Στίβεν Κινγκ. Τον είχα ακούσει. Αλλά πριν αρχίσει η ταινία, είδα τη Λάμψη. Ήταν τρομαχτική και συναρπαστική. Έχοντας αυτή την αναφορά κατάλαβα τον χαρακτήρα μου και το τραύμα του Ντάνι. Τον συμπάθησα πραγματικά».
Αυτό ακριβώς ήθελε ο συγγραφέας: «Χαίρομαι πάντα όταν προκαλώ μια συναισθηματική αντίδραση. Αυτό με νοιάζει. Να νοιάζεσαι. Θέλω να σε συγκινώ. Ο τρόμος είναι μόνο μία χορδή στην κιθάρα. Υπάρχουν πολλές ακόμα. Θέλω οι αναγνώστες να συνδέονται με τους χαρακτήρες σε ανθρώπινο επίπεδο. Άνθρωποι που είναι φίλοι, προστάτες. Αυτό κάνει τα τρομαχτικά σημεία πιο τρομαχτικά».
Χωρίς αμφιβολία, ο Ντάνι Τόρανς είναι ένας χαρακτήρας που οι θεατές και οι αναγνώστες συμπαθούν πολύ. Έχει περάσει ένα αδιανόητο παιδικό τραύμα εξαιτίας του πατέρα του Τζακ. Για να κάνει αυτόν τον πόνο να σωπάσει, ακολουθεί τις ίδιες τοξικές τάσεις κατάχρησης του Τζακ Τόρανς, σχεδόν καταστρέφοντας τον εαυτό του για να πάψουν οι αναμνήσεις και η λάμψη του. Όταν πια φτάνει στον πάτο, το σκάει με όσα χρήματα του απομένουν. Αργότερα, στο Νιου Χάμσαϊρ, αρχίζει το πραγματικό του ταξίδι.
Ο Φλάναγκαν επισημαίνει: «Ο Νταν υποφέρει από τα ίδια προβλήματα που είχε ο πατέρας του, τον αλκοολισμό, την κατάχρηση ουσιών και μια τάση στη βία. Αυτά τα χαρακτηριστικά έκαναν τον Τζακ την εύκολη λεία στο Overlook Hotel, και καθώς τα έχει κληρονομήσει ο Νταν, έχουν καθορίσει τη ζωή του».
Ο Γιούαν ΜακΓκρέγκορ λέει: «Έχοντας περάσει μια τόσο φριχτή εμπειρία, πώς μπορεί να συνεχίσει; Πώς μπορεί να αντιμετωπίσει τη λάμψη του και το γεγονός ότι είναι διαφορετικός; Το κάνει με το ποτό, όπως ο πατέρας του, σε σημείο που δεν μπορεί πια να πιεί. Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα προοπτική για μένα, να υποδύομαι κάποιον σε τόσο χαμηλό ψυχικό επίπεδο. Μετά, όπως ο πατέρας του, ο Ντάνι σταματάει να πίνει. Ο Τζακ το έκανε για μερικούς μήνες πριν αναλάβει τη δουλειά στο Overlook».
Ο Φλάναγκαν συμπληρώνει: «Είναι κάποιος που μπορούμε να καταλάβουμε. Είναι ένα αδύναμο άτομο που αντιμετωπίζει τους δαίμονες του, τις δυνάμεις του, τις αδυναμίες του και μπλέκεται σε μία ιστορία που είναι πιο μεγάλη από αυτόν. Αυτό σήμαινε ότι χρειαζόμασταν έναν ηθοποιό που είναι συμπαθής. Ο Γιούαν κάνει τον Νταν ανθρώπινα ευάλωτο. Μου αρέσουν οι σκηνές που είναι με τους ασθενείς του. Πιστεύω ότι ταυτιζόμαστε μαζί του, αυτή η ταπεινότητα του Γιούαν… και μιλάμε για έναν ηθοποιό που συμμετείχε σε μερικές από τις μεγαλύτερες ταινίες που έχουν γίνει ποτέ!».
Βρίσκοντας ένα καταφύγιο στους Ανώνυμους Αλκοολικούς, ο Ντάνι οδηγείται σε ένα πόστο που του ταιριάζει τέλεια. «Ο Ντάνι πάντα δούλευε σε νοσοκομεία ή γηροκομεία. Όταν σταματάει να πίνει, αρχίζει να δουλεύει σε ένα κέντρο περίθαλψης, όπου ανακαλύπτει ότι μπορεί να βοηθήσει τους ετοιμοθάνατους ασθενείς. Συνοδεύοντας τους στη διαδικασία, λέγοντας τους ότι πέφτουν σε έναν υπέροχο ύπνο, τους βοηθάει να περάσουν στην άλλη πλευρά. Αυτό το μέρος της λάμψης του επιτρέπει στον εαυτό του να το χρησιμοποιήσει. Έτσι αποκτά το παρατσούκλι Δόκτωρ Ύπνος» εξηγεί ο πρωταγωνιστής.
Ο Φλάναγκαν λέει: «Η λάμψη του Νταν τον βασάνιζε πάντα, αποκαλύπτοντας του οράματα με αίμα και φόνους. Τον έχει κάνει ευάλωτο, τον στόχο φρικτών πραγμάτων. Και τώρα, εξαιτίας αυτού, δεν μπορεί να δει κάποιον που είναι ετοιμοθάνατος χωρίς να ξέρει ακριβώς τι χρειάζεται για να τον παρηγορήσει. Αξιοποιεί την ικανότητα του σε άλλο πλαίσιο και δίνει στη ζωή του και τη λάμψη του έναν σκοπό για πρώτη φορά. Στο βιβλίο αυτό, κατά τη γνώμη μου, είναι που έκανε τον Νταν Τόρανς τον ήρωα της ιστορίας».
«Όταν έγραψα το βιβλίο, δεν είχα πιει για καιρό. Ήθελα να γράψω την ιστορία του Νταν από αυτή την προοπτική γιατί… δεν θα πω ότι ήμουν δυο διαφορετικοί άνθρωποι, γιατί θα ήταν υπερβολή. Αλλά ήμουν διαφορετικός από αυτόν που έγραψε τη Λάμψη. Αυτή ήταν μια κινητήριος δύναμη πίσω από τη συγγραφή του βιβλίου, ένιωσα ότι είχα πιο σφαιρική άποψη αυτού του χαρακτήρα. Αλλά το άλλο που δεν ήθελα να κάνω ήταν να ηθικολογήσω για το ποτό ή την αποχή από το ποτό. Ο σκοπός μου ήταν να παρουσιάσω αυτόν τον χαρακτήρα και ο αναγνώστης, ή ο θεατής, να μπορεί να αποφασίσει μόνος του βασισμένος στα γεγονότα».
Αυτός ο τρυφερός, αν και γεμάτος αδυναμίες, πρωταγωνιστής, έρχεται αντιμέτωπος με τη Ρόουζ, «ανάμεσα στους καλύτερους αντιπάλους που έχει γράψει ο Κινγκ εδώ και πολλά χρόνια» όπως λέει ο σκηνοθέτης. «Σε αντίθεση με τον Νταν, είναι πολύ δύσκολο να ταυτιστεί κανείς μαζί της. Δεν υπάρχει κάτι στις εμπειρίες της, σε μια γυναίκα που είναι ζωντανή για τόσο καιρό και έχει κάνει τα φριχτά πράγματα, που να μπορείς να πιαστείς. Είναι μια προσωπικότητα που δεν χωράει πουθενά».
Η Ρόουζ είναι η αρχηγός μιας αίρεσης σχεδόν αθάνατων που ανήκουν στην ομάδα Αληθινός Δεσμός, οι οποίοι επιμηκύνουν τις ζωές τους σε βάρος παιδιών που έχουν την λάμψη, εξαιτίας του ατμού που παράγει το σώμα τους όταν πεθαίνουν αργά και βασανιστικά. Οι πρώην άνθρωποι συνεχίζουν να ζουν, απαρατήρητοι, μιμούμενοι κανονικούς ανθρώπους, θηρευτές που μιμούνται τα θύματα τους. Όμως, ο σύγχρονος κόσμος με τις αποκλίσεις, την πολυπλοκότητα του και την πρόωρη ενηλικίωση που επιβάλλει στα παιδιά, έχει θολώσει τη λάμψη των παιδιών, αφήνοντας τον Αληθινό Δεσμό με λίγα μέσα επιβίωσης. Για πρώτη φορά μέσα στους αιώνες, είναι πεινασμένοι και το μέλλον τους είναι αβέβαιο.
Η αρχηγός της ομάδας είναι μια σύνθετη και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Ο Φλάναγκαν λέει για τις δυσκολίες της επιλογής της κατάλληλης ηθοποιού: «Η Ρόουζ είναι τερατώδης με έναν τρόπο που πολλοί κακοί του Κινγκ έχουν καταφέρει να είναι. Αλλά έχει κάτι το ελκυστικό. Έχει αυτοπεποίθηση και γοητεία. Έχει κάτι το σαγηνευτικό, έχοντας ζήσει τόσο καιρό χωρίς επιπτώσεις. Πώς θα έμοιαζε μία τέτοια γυναίκα;»
Ο σκηνοθέτης/σεναριογράφος λέει για τη Ρεμπέκα Φέργκιουσον που ανέλαβε τον ρόλο: «Είναι από τους πιο γοητευτικούς ανθρώπους που ξέρω. Κατάλαβε τι χρειάζεται για να γίνεις πραγματικός κακός. Θέλεις να τον κάνεις αρεστό. Θέλεις να τον φοβούνται, αλλά και να τους αρέσει. Για την Ρόουζ, θέλαμε κάποια που να έχει αυτό που προσφέρει αβίαστα η Ρεμπέκα στον φακό. Η Ρόουζ είναι πανέμορφη, σαγηνευτική και μαγευτική. Αυτή είναι η πρόθεση της. Αυτή είναι η δύναμη της Ρόουζ που ασκεί πάνω σου».
Η Φέργκιουσον λέει: «Αφού διάβασα το σενάριο, σκέφτηκα ότι είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσω σε έναν ρόλο. Μου άρεσαν τα τρομαχτικά της στοιχεία, η απεριόριστη σκληρότητα της και ό,τι την κάνει τέρας, και το ανθρώπινο στοιχείο της, ενώ παραμένει μια απειλή για όλους γύρω της. Όλα αυτά σε συνδυασμό με την επανάσταση που έκανε ο Κινγκ και ο Κιούμπρικ στο είδος. Δεν υπάρχει τρόπος να αντισταθείς σε αυτό».
«Η όλη ουσία της Ρόουζ και του Αληθινού Δεσμού είναι η αγάπη. Το να ανήκεις κάπου. Είναι τα βασικά ένστικτα. Η διαφορά είναι ότι τους συντηρούν παιδιά. Οπότε, για την Ρόουζ, έχει να κάνει με το να προσφέρει στα δικά της παιδιά, την ομάδα της, μέσα από την αγάπη» σχολιάζει η Φέργκιουσον.
Τα παιδιά είναι η βάση στην οποία στηρίζεται η ιστορία, παιδιά με χαρίσματα, παιδιά που κινδυνεύουν και ψάχνουν τον δρόμο τους. Μια νεαρή που λέγεται Άμπρα ανήκει και στις τρεις κατηγορίες. Ο Φλάναγκαν επισημαίνει: «Ένα από τα πιο ωραία πράγματα, από τη μεριά ενός σεναριογράφου, είναι ότι δεν είναι μόνο μία ιστορία. Είναι τρεις διαφορετικές ιστορίες που εμπλέκονται. Η Άμπρα δεν έχει ιδέα ότι αυτές οι μαγικές δυνάμεις είναι ασυνήθιστες, καθώς περιγράφει τη λάμψη της. Οι δυο χαρακτήρες μοιράζονται ένα από τα μεγαλύτερα θέματα, ότι νιώθουν την ανάγκη να κρύψουν αυτό το μεγάλο κομμάτι του εαυτού τους από αγάπη για την οικογένεια τους».
Ο ΜακΓκρέγκορ καταλήγει: «Ο Ντάνι έμαθε να το κρύβει νωρίς. Τα φαντάσματα στο ξενοδοχείο τον ακολούθησαν. Μετά, η καταπίεση τον οδήγησε στο ποτό. Οπότε, όταν η Άμπρα εμφανίζεται, αναδύεται από μέσα του ό,τι προσπαθεί να θάψει».
Ο Φλάναγκαν λέει σχετικά: «H καρδιά της ιστορίας και πιο δύσκολος ρόλος για να βρεθεί ηθοποιός, ήταν η Άμπρα. Είναι πιο δυνατή από τον Νταν, η δύναμη της είναι μεγάλη, ασχημάτιστη και δεν καταλαβαίνει τον εαυτό της».
Μετά από οντισιόν με σχεδόν χίλιες υποψήφιες, ο ρόλος δόθηκε στην Κάιλι Κουράν, που έχει παίξει στο Μπρόντγουεϊ. Η νεαρή ηθοποιός θεωρεί την Άμπρα «ένα δυνατό αλλά αθώο κορίτσι. Είναι γνήσια καλή. Είναι ειλικρινής και δεν θέλει να κρύψει τη λάμψη της, δεν μοιάζει με τον Ντάνι, είναι ανοιχτή. Είναι σαν μάγος με ένα κόλπο που μόνο εκείνη ξέρει. Είναι εντάξει να το χρησιμοποιεί για να σώσει τους άλλους».
Παρόλο το θάρρος της, έχει ένα σημαντικό κενό μέσα της. «Οι γονείς της τη φοβούνται. Προσπαθεί να μη χρησιμοποιεί τη λάμψη, αλλά είναι μεγάλο κομμάτι της. Κρύβοντας τη, βάζει εμπόδια στη σχέση με τους γονείς της. Φοβάται την έκφραση τους, την πληγώνει. Νομίζω, όταν βρίσκει τον Νταν, της γεμίζει αυτό το κενό στην καρδιά. Τον φωνάζει θείο Νταν, εξαιτίας αυτής της σύνδεσης» λέει η Κουράν.
Για ένα παιδί με λάμψη -χωρίς τη γνώση του τι είναι και πώς να τη χρησιμοποιήσει- ένας μέντορας είναι ο μόνος τρόπος να μάθει πώς να κινείται στον απτό κόσμο, ενώ κατέχει δυνάμεις που ακουμπάνε στον επόμενο. Στη Λάμψη ο Ντάνι είχε τον Ντικ Χάλορμαν να τον βοηθάει να καταλαβαίνει το χάρισμα του και η Άμπρα είναι τυχερή που βρίσκει τον Νταν. Ένας από τους χαρακτήρες του Κινγκ δεν είναι τόσο τυχερός. Ο Φλάναγκαν λέει: «Υπάρχει ένα άλλο παράδειγμα του μέντορα και του χαρισματικού παιδιού στο βιβλίο του Κινγκ. Είναι η Άντι, με την οποία η Ρόουζ διασταυρώνεται σε ένα σινεμά. Τα περισσότερα παιδιά με λάμψη καταλήγουν θύματα του Αληθινού Δεσμού, αλλά περιστασιακά, οι δυνάμεις τους είναι αρκετά δυνατές ώστε μυούνται στον Δεσμό. Η Ρόουζ της λέει ότι την καταλαβαίνει και ότι μπορεί να της μάθει τι μπορεί να κάνει με τις δυνάμεις της. Είναι κάτι ισχυρό που μπορείς να πεις σε κάποιον που πιστεύει ότι είναι μόνος του. Μόλις η Άντι μπαίνει στην ομάδα, ανοίγει ένα παράθυρο για να μάθει το κοινό από πρώτο χέρι τα τέρατα μέσα από έναν χαρακτήρα που συμπαθεί».
Η Έμιλι Αλίν υποδύεται την Άντι. «Είναι πραγματικά μπερδεμένη από αυτούς που την έχουν χρησιμοποιήσει. Το να υποδύομαι κάποια που παρουσιάζεται ζόρικη, αλλά έχει αθωότητα μέσα της, ένα πληγωμένο παιδί, το βρήκα πολύ ενδιαφέρον» λέει η ηθοποιός.
Τα διαλυμένα άτομα που επιλέγουν να αναρρώσουν χρειάζονται καθοδήγηση. Μόλις κατεβαίνει από το λεωφορείο, ο Νταν συναντά τον Μπιλ Φρίμαν, που, όπως λέει ο σκηνοθέτης, «είναι ένας όμορφος χαρακτήρας. Εκπροσωπεί μία πατρική φιγούρα για τον Νταν σε μια στιγμή που το χρειάζεται. Ο Μπίλι είναι ευγενικός απέναντι στον Νταν. Ο Κλιφ Κέρτις παίζει τον Μπίλι και βυθίζεται στον ρόλο με αυθεντική τρυφερότητα και γενναιοδωρία».
Ο Κέρτις σχολιάζει: «Ο Μπίλι είναι σημαντικός για την πόλη. Συνδέεται με όλους. Είναι κάποιος στον οποίο εμπιστεύονται τα παιδιά τους. Είναι ακέραιος και συνεπής».
Ο Φλάναγκαν σχολιάζει για τις προθέσεις του πίσω από κάθε επιλογή ηθοποιών για τους ρόλους: «Ήθελα οι ηθοποιοί να βρίσκουν την ανθρωπιά σε έναν κόσμο έξω από τα συνηθισμένα. Είμαι έκθαμβος από αυτό που κατάφεραν να δώσουν στους ρόλους».
Είναι η πολυσύνθετη υφή της πραγματικότητας που προσέλκυσε τον Μάικ Φλάναγκαν στο έργο του Στίβεν Κινγκ. «Ο Κινγκ πάντα λέει υπέροχες ιστορίες για ανθρώπους που είναι διαφορετικοί και ανθρώπους που νιώθουν μόνοι γιατί είναι διαφορετικοί. Τελικά, θέλουν να τους καταλάβουν και να τους δουν. Είναι αυτή η συγκεκριμένη πλευρά του εαυτού μας που μας καθορίζει, είτε την κρύβουμε είτε την παρουσιάζουμε, και το να τη δηλώνουμε στον κόσμο είναι τρομαχτικό. Είναι ένας τρόμος που μαθαίνουμε από μικροί και ο Κινγκ το ακουμπάει αυτό με έναν βαθύ τρόπο».
Ο Στίβεν Κινγκ λέει σχετικά: «Αν σ’ αρέσει να σχεδιάζεις, δεν το κρύβεις, μπορείς να δείξεις τα σχέδια σου. Αν σ΄ αρέσει να γράφεις, μπορείς να δείξεις τη δουλειά σου στους άλλους. Μπορείς να τολμήσεις. Το χειρότερο είναι να πει κάποιος ότι δεν του αρέσει, και δεν είναι το χειρότερο πράγμα στον κόσμο… δεν είναι σαν να σου βγάζουν το μάτι με ένα μυτερό κλαδί».
Ο Μάικ Φλάναγκαν καταλήγει: «Ελπίζω αυτό το θέμα να διαπερνάει την ταινία, γιατί υπάρχει μια καταλυτική σκηνή όπου ο Νταν δίνει μια συμβουλή στην Άμπρα… παρόμοια με αυτή που άκουσε κάποτε ο ίδιος. Ο Νταν της λέει ότι στην αρχή της είπε να κρύβεται. Να κρύβει τη λάμψη της. Ήταν λάθος του. Κατά μια έννοια, όσο τρομαχτικός κι αν είναι ο κόσμος, όσο άδικος κι αν μπορεί να γίνει, πρέπει να λάμπεις. Να το εκφράζεις, γιατί υπάρχουν κι άλλοι σαν εσένα κι αυτό χρειάζεται για να γίνει ο κόσμος λιγότερο τρομαχτικός, για να ισορροπήσουν τα πράγματα. Πιστεύω ότι αυτό συμπυκνώνει τον όλο σκοπό της ιστορίας του Κινγκ. Το να λάμπουμε».
Παραλειπόμενα
Η παραγωγή είχε στη διάθεση της τα σχέδια των σκηνικών της Λάμψης του Κιούμπρικ. Έτσι η ομάδα σχεδιασμού παραγωγής πέτυχε την ομοιότητα με το ξενοδοχείο Overlook και το δωμάτιο 237.
Σκηνικά που πήραν δύο χρόνια για την ταινία Λάμψη, δημιουργήθηκαν σε έξι εβδομάδες για το Δόκτωρ Ύπνος.
Ο σκηνοθέτης Μάικ Φλάναγκαν, εκτός από το σενάριο, ανέλαβε και το μοντάζ της ταινίας.
Μία από τις πιο σκληρές σκηνές της ταινίας δείχνει τον νεαρό Μπράντλεϊ Τρέβορ, που υποδύεται ο Τζέικομπ Τρέμπλεϊ, καθώς γίνεται το θύμα του Αληθινού Δεσμού. Ένα ανατριχιαστικό σημείο καμπής στην ιστορία. Ο νεαρός ηθοποιός εμφανίστηκε στο γύρισμα έχοντας δουλέψει τη σκηνή μόνο του. Η πρώτη λήψη άφησε τους πάντες έκθαμβους. Ο 12χρονος ηθοποιός σηκώθηκε, τίναξε τη σκόνη από πάνω του και έδωσε πέντε στον πατέρα του.
Το μουσικό δίδυμο των Newtons Brothers ενσωμάτωσε ήχους περιβάλλοντος και μια εναλλακτική ενορχήστρωση για τη μουσική της ταινίας. Χρησιμοποίησαν ένα μοναδικό οργάνιστρο, μία τεράστια εκδοχή του συγκεκριμένου οργάνου, που βγάζει έναν αργόσυρτο ήχος με βάθος, ο οποίος ντύνει τις σκηνές του Αληθινού Δεσμού. Αξιοποίησαν επίσης τις πιο μεγάλες αιολικές άρπες του κόσμου, που βρίσκονται στην Καλιφόρνια. Τέλος, ηχογράφησαν ήχους ανέμων σε μία μοναδική εκδήλωση για τον αέρα στο Σαν Φρανσίσκο.