Στα φετινά βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου το βραβείο Μοντάζ πήρε ο Νίκος Πάστρας για την ταινία Winona του Αλέξανδρου Βούλγαρη.

Εκτός από μοντέρ όμως έχει και πολλές ακόμη άλλες ιδιότητες, σκηνοθετεί, γράφει και επιπλέον είναι ένας εξαιρετικός εικαστικός καλλιτέχνης.

Στην παρακάτω συνέντευξη προσπαθούμε να ξεχωρίσουμε κάποια από αυτές αλλά μάλλον δεν τα καταφέραμε.

Πριν συνομιλήσουμε μαζί του όμως ας δούμε ένα μικρό βιογραφικό.

Γεννήθηκε το 1982 στην Αθήνα.
Η πρώτη του ταινία μικρού μήκους THEREMIN έχει συμμετάσχει σε αρκετά διεθνή φεστιβάλ και έχει αποσπάσει το βραβείο καλύτερης ταινίας μικρού μήκους στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Κύπρου (2008). Από το 2011 είναι υπεύθυνος για τα βίντεο του κινηματογραφικού site flix.gr. Το 2012 ολοκλήρωσε την δεύτερη μικρού μήκους ταινία του ΧΑΜΕΝΟ ΚΟΡΙΤΣΙ και συμμετείχε στο Berlinale Talent Campus του Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου. Το 2013 έκανε το μοντάζ της ταινίας του Νίκου Παναγιωτόπουλου ΛΙΜΟΥΖΙΝΑ: ΚΩΜΩΔΙΑ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΕΩΝ και το 2014 της ΚΟΡΗΣ ΤΟΥ ΡΕΜΠΡΑΝΤ του ιδίου. Από το 2013 μέχρι το 2015 ήταν υπεύθυνος των διαφημιστικών σποτ των παραστάσεων της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Την περίοδο 2014-15 σκηνοθέτησε τέσσερα επεισόδια της σειράς, ωριαίων ντοκιμαντέρ ΤΑ ΣΤΕΚΙΑ: ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΓΟΡΑΙΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ για λογαριασμό της ΕΡΤ. Το 2016 ολοκλήρωσε την τρίτη μικρού μήκους ταινία του ΑΚΡΥΛΙΚΟ, η οποία επιλέχθηκε και χρηματοδοτήθηκε από το Athens Film Lab του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας. Το 2017 έκανε το μοντάζ του ντοκιμαντέρ ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ, Ο ΠΙΟ ΓΛΥΚΟΣ ΜΙΣΑΝΘΡΩΠΟΣ της Ελένης Αλεξανδράκη και το 2018 της ταινίας του Αλέξανδρου Βούλγαρη (The Boy) WINONA. Πρόσφατα ολοκλήρωσε την τέταρτη μικρού μήκους ΜΕΛΑΤΟΝΙΝΗ και βρίσκεται στο στάδιο της προετοιμασίας της πρώτης του μεγάλου μήκους.

 

Σχετικά με την φετινή σου βράβευση στα βραβεία Ίρις για το μοντάζ της ταινίας Winona στα βραβεία Ίρις.  Ποιό πιστεύεις ότι ήταν το στοιχείο εκείνο που έδωσε το βραβείο στο editing του Winona;

Νομίζω πως το στοιχείο του συναισθήματος είναι αυτό που σε κερδίζει πρώτα στη Winona και μετά όλα τα άλλα. Έτσι και στο μοντάζ – χωρίς να υποτιμώ τη δουλειά που κάναμε σε κανένα επίπεδο – αυτό πιστεύω ότι ήταν το στοιχείο, το συναίσθημα πάνω απ’ όλα.

Winona

…Ο μοντέρ, όπως και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές, μπορεί να δώσει τον καλύτερο του εαυτό αλλά δεν μπορεί και δεν πρέπει να «χρεωθεί» καμία ευθύνη επί του καλλιτεχνικού συνόλου, αφού τον τελευταίο λόγο τον έχει πάντα ο σκηνοθέτης…”

 

Πες μας, αρχικά, για τα καθαρά τεχνικά κομμάτια του μοντάζ της Winona.  Έγινε σε κάποιο studio ή στο χώρο του σπιτιού σου και ποιό πρόγραμμα χρησιμοποίησες;  Συνάντησες δυσκολίες στο μονταζ της συγκεκριμένης ταινίας κι αν ναι, τι αφορούσαν;

Το μοντάζ έγινε σε Avid, στο σπίτι μου, όπου προτιμώ γενικά να δουλεύω. Δεν θα έλεγα πως συναντήσαμε καμία δυσκολία, αντιθέτως ήταν μια από τις πιο ευχάριστες δουλειές που έχω κάνει.

Υπάρχει κάποια ελληνική ταινία φέτος στην οποία θαυμάζεις το μοντάζ; Αν έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξεις μια από τις συνυποψήφιες στα βραβεία Ίρις ταινίες, σε ποιά θα έδινες εσύ το βραβείο του μοντάζ και γιατί;

Θαυμάζω πολύ και τις δυο συνυποψήφιες ταινίες (Ευτυχία και Το Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών) και τους συναδέλφους που τις μόνταραν (Λάμπης Χαραλαμπίδης και Αντρέας Βοντράσκε αντίστοιχα), οπότε μου είναι δύσκολο να διαλέξω.

Η ταινία Winona γυρίστηκε σε φιλμ KODAK 16mm, ποιά είναι η διαδρομή που ακολουθεί το φιλμ μέχρι να φτάσει στον υπολογιστή για το μοντάζ; Μετά και από αυτή την εμπειρία, θα έλεγες ότι προτιμάς να δουλεύεις σε εικόνα φιλμ ή digital; 

Όλο το υλικό του φιλμ σκανάρεται και ψηφιοποιείται προσωρινά, στη συνέχεια φορτώνεται στο Avid, όπως ακριβώς ένα ψηφιακό υλικό και αφού τελειώσει το μοντάζ παραδίδεται στο εργαστήριο ένας οδηγός ώστε να σκαναριστούν σωστά και με επιμέλεια τα πλάνα που χρησιμοποιήθηκαν και στη συνέχεια να γίνει η χρωματική επεξεργασία ώστε να παραδοθεί ένα τελικό ψηφιακό αρχείο προβολής (DCP), μιας και οι προβολές πλέον γίνονται σχεδόν αποκλειστικά ψηφιακά. Οπότε, τεχνικά, όσον αφορά το μοντάζ, ουσιαστικά δεν έχει καμία διαφορά αν έχει γυριστεί κάτι ψηφιακά ή αναλογικά. Καλλιτεχνικά, έχει σίγουρα και είναι πάρα πολύ γοητευτικό. Μετά την «Winona» είχα την τύχη να μοντάρω τρία ακόμη project γυρισμένα σε φιλμ: δυο βιντεοκλίπ που σκηνοθέτησε ο Αλέξανδρος («Πάλι Καλά» της Nalyssa Green και «Σαν Ιχθύς» του Παιδί Τραύμα* και την μικρού μήκους του Daniel Bolda «Όταν Γελάω Κλείνουν τα Μάτια μου», μια ταινία που επίσης αγαπώ πολύ.

(*δείτε εδώ παλιότερο κείμενο των cinemaniaξ για το “Σαν Ιχθύς”)

Δεδομένου ότι ο The Boy, που σκηνοθέτησε τη Winona είναι και μουσικός αλλά και εσύ ασχολείσαι με τα εικαστικά, αναφερόμενοι στον ρυθμό του πλάνου, τον ρυθμό του ήχου, ακόμη και στα τα χρώματα και τον τρόπο που διαδέχονται το ένα το άλλο, ποιος «ρυθμός» σας απασχόλησε περισσότερο στο μοντάζ του Winona; 

Ο ρυθμός των κυμάτων.

 Έχετε κάνει πολλές συνεργασίες με τον The Boy, ποιος είναι αυτός ο, δημιουργικός και επικοινωνιακός, κώδικας που σας συνδέει;  Το γεγονός ότι, εκτός από συνεργάτες, είστε και φίλοι κάνει πιο εύκολη ή πιο δύσκολη τη συνεργασία;

 Με τον Αλέξανδρο μοιραζόμαστε πολλές κοινές αναφορές και μουσικά και κινηματογραφικά και εκτιμάμε πολύ ο ένας τη δουλειά του άλλου, γι’ αυτό και ότι κάνει με φωνάζει, όπως κι εγώ. Αυτός για μοντάζ και γραφιστικά, εγώ για μουσική και σενάριο. Γράψαμε παρέα το σενάριο της πρώτης μου μεγάλου μήκους, που θα ξεκινήσει γυρίσματα, καλώς εχόντων των πραγμάτων, του χρόνου την Άνοιξη. Το ότι είμαστε φίλοι είναι κάτι που μόνο προσθέτει στην εκάστοτε διαδικασία.

«Η ταινία είναι του μοντέρ», είναι μια φράση που ακούμε πολλές φορές με την έννοια ότι ο μοντέρ μπορεί να σώσει, όσο και να καταστρέψει μια ταινία. Σε βρίσκει σύμφωνο αυτή η έννοια;

 Απαντώντας και ως μοντέρ και ως σκηνοθέτης θα έλεγα πως, στο τέλος, η ταινία δεν είναι κανενός άλλου πέραν από του σκηνοθέτη. Αυτός είναι ο υπεύθυνος και της επιτυχίας και της αποτυχίας μιας ταινίας. Ο μοντέρ, όπως και όλοι οι υπόλοιποι συντελεστές, μπορεί να δώσει τον καλύτερο του εαυτό αλλά δεν μπορεί και δεν πρέπει να «χρεωθεί» καμία ευθύνη επί του καλλιτεχνικού συνόλου, αφού τον τελευταίο λόγο τον έχει πάντα ο σκηνοθέτης.

Έχεις δουλέψει και σε μικρού και σε μεγάλου μήκους ταινίες, πέραν της χρονικής διάρκειας που είναι το προφανές, ποιο μοντάζ πιστεύεις πως είναι πιο δύσκολο;

Και των δυο περιπτώσεων είναι εξίσου δύσκολο. Πέρα του ρυθμού και της διαλεκτικής του μοντάζ, στη μικρή διάρκεια έχεις την δυσκολία της αφηγηματικής συμπύκνωσης και στη μεγάλη την δυσκολία της αφηγηματικής συνοχής.

Ποιές είναι οι δεξιότητες που θεωρείς πως πρέπει να έχει ένας καλός μοντέρ;

Να είναι τεχνικά καταρτισμένος, ώστε να μην χάνει χρόνο στα διαδικαστικά, αλλά το κυριότερο να είναι καλός συνομιλητής. Αυτό θεωρώ πως είναι το πιο χρήσιμο για τον σκηνοθέτη στη διαδικασία του μοντάζ. Να μπορεί να δει το υλικό του με ένα ζευγάρι μάτια, κοντινά στα δικά του, αλλά όχι ίδια.

Αν κάποιος που είναι καινούργιος στο χώρο του σινεμά θελήσει να ακολουθήσει το δρόμο του μοντάζ, πιστεύεις πως θα μπορούσε να ζήσει από αυτό; Υπάρχει χώρος για νέους μοντέρ στην Ελλάδα;

Γενικά το να ζήσει κάποιος από το σινεμά στην Ελλάδα είναι μάλλον αδύνατον, όποιο δρόμο και να πάρει. Αν ταυτόχρονα με το σινεμά, μοντάρει και άλλα πράγματα, όπως διαφημιστικά, εταιρικά βίντεο και τηλεόραση μπορεί.

Εκτός από το μοντάζ, έχεις ασχοληθεί επιτυχώς και με άλλα αντικείμενα στον χώρο του κινηματογράφου, όπως η σκηνοθεσία και η φωτογραφία.  Αν έπρεπε να διαλέξεις ένα μόνο μονοπάτι για το υπόλοιπο της καριέρας σου, ποιο θα ήταν αυτό;

Αυτό που ξεκίνησα να κάνω, αρκετά χρόνια πίσω, ήταν να σκηνοθετώ τις δικές μου ταινίες, τα υπόλοιπα ήρθαν λίγο από μόνα τους. Αν με ρώταγες τότε θα σου έλεγα με βεβαιότητα σκηνοθέτης, πλέον έχοντας περάσει από όλα αυτά θα έλεγα πως το ιδανικό θα είναι να σκηνοθετώ, πρώτα απ’ όλα, τις δικές μου ταινίες, αλλά στο ενδιάμεσο να μοντάρω τις ταινίες που επιλέγω, να κάνω αφίσες και τίτλους για ταινίες, να ζωγραφίζω και να γράφω το σενάριο της επόμενης ταινίας μου.




Leave a comment